«Ὁ λαϊκὸς οἰκουμενισμός» (π. Γεώργιος Καψάνης – Ἡ ἕνωσις τῶν «Ἐκκλησιῶν»)
Γράφει ὁ ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ
Δὲν εἴμαστε πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ 1999, ὅταν ὁ π. Γεώργιος Καψάνης, καθηγούμενος (τότε) τῆς Ι. Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, στὸ βιβλίο του «ΘΕΜΑΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ – 1999» φανέρωσε – κατήγγειλε, χωρὶς περιστροφές, τὸν «λαϊκὸ οἰκουμενισμό».
Εἶναι ἰδιαίτερα δύσκολο ὁ ἁπλὸς πιστὸς νὰ κατανοήσῃ τὴν λειτουργία (μηχανισμὸ) τοῦ «λαϊκοῦ οἰκουμενισμοῦ», αὐτῆς τῆς ἀόρατης, ἐν πολλοῖς, διαστάσεως τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Ἡ «σύνοδος» τῆς Κρήτης ἦτο ἔκδηλη, εὔκολα (σχετικὰ) ἀντιληπτὴ στὸ σκοπό της, ἐνῶ τὸ ἀντίθετό της εἶναι ἡ λανθάνουσα λειτουργία, ποὺ δὲν γίνεται ἄμεσα ἀντιληπτή, διότι δὲν φαίνεται ὅτι ἐπιδιώκεται καθ᾿ ἑαυτήν.
Ἔκδηλη λειτουργία εἶναι μία πανήγυρις στὸν ἑορτασμὸ τῆς μνήμης ἑνὸς ἁγίου ἢ θρησκευτικοῦ γεγονότος, στὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου γιὰ παράδειγμα, ὅπου χρησιμοποιεῖται ἀπὸ τοὺς οἰκουμενιστὲς ὡς ΕΞΗΓΗΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ἡ ἀνεξικακία, ἡ ταπείνωση ἢ ἡ πτωχεία καὶ ἡ ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου, ἐνῶ ἀποσιωπᾶται τὸ ἀντιαιρετικὸ φρόνημα – διδασκαλία του, τὰ συγγράμματά του (ὁμολογιακὰ) γιὰ τὴν αἵρεση τοῦ παπισμοῦ· τονίζεται πολὺ ἡ ἀγάπη, ὥστε σὲ λανθάνουσα ὑποσυνείδητη λειτουργία νὰ συνδεθῇ τὸ ποίμνιο μὲ τὴν ἀγαπολογία τοῦ οἰκουμενισμοῦ.
Γράφει ὁ π. Γεώργιος Καψάνης:
«Τὸ σχέδιον τοῦ λαϊκοῦ οἰκουμενισμοῦ ἔχει ἤδη ἀρχίσῃ νὰ ἐφαρμόζεται μὲ ἐπιτυχίαν. Μερικοὶ ὀρθόδοξοι ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὸ γενικότερον κλίμα θρησκευτικῆς ἀδιαφορίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὰ κηρύγματα τῶν πρωτεργατῶν τοῦ λαϊκοῦ οἰκουμενισμοῦ, λέγουν: «τί σημασία ἔχουν τὰ δόγματα; Ἡ ἀγάπη προέχει. Ἡ ἀγάπη ἐπιβάλλει νὰ ἑνωθῶμεν, ἔστω καὶ ἂν ὑπάρχουν δογματικαὶ διαφοραί» (Σελ. 59).
Τὸ οἰκουμενιστικὸ σύστημα διοίκησης τῆς ἐκκλησίας χρησιμοποιεῖ τέσσερις βασικὲς λειτουργίες, προκειμένου νὰ διατηρηθῇ – ἐξαπλωθῇ. Αὐτὲς εἶναι: α) Ἡ προσαρμογὴ β) ἡ ἐπιδίωξη σκοπῶν γ) ἡ δυναμικότητα καὶ δ) ἡ ἐνσωμάτωση.
Δὲν εἶναι τυχαῖο, χωρὶς σημασία, τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ οἰκουμενιστὲς ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς «ἀντλοῦν» ἐκκλησιολογία ἀπὸ τὶς ἠθικὲς (κυρίως) διδασκαλίες τῶν συγχρόνων Ἁγίων Πορφυρίου, Παϊσίου καὶ Ἰακώβου. Ἡ ἀναφορὰ τῶν οἰκουμενιστῶν στὸ βίο καὶ στὴ διδασκαλία τῶν ἐν λόγῳ Ἁγίων, ἐπιθέτει ἐπὶ τῶν Ἁγίων ἑρμηνεῖες τῆς προαιρέσεώς τους αὐθαίρετες, προσδίδοντας ξεχωριστὴ καὶ αὐτόνομη αἴσθηση τῆς παρουσίας τους μέσα στὴν Ἐκκλησία, μὲ σκοπὸ νὰ μὴν ἔχουμε ὡς σημεῖα ἀναφορᾶς, πίστεως καὶ ὁμολογίας, τοὺς Μ. Βασίλειο, Ἰ. Χρυσόστομο, Ἰ. Δαμασκηνό, Ἅγ. Θεόδωρο τὸν Στουδίτη κ.λ.π. Παράδειγμα:
Στὴν ἐφημερίδα «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» (28/3/21), ἀρχιμανδρίτης τῆς Ἰ. Μητροπόλεως
Δημητριάδος, ἔγραψε ἐπιστολὴ πρὸς ἐμένα:
«Ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε, ὅτι «ποτὲ δὲν θὰ ἔφευγε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὁτιδήποτε κι ἂν συνέβαινε, καὶ συμβούλευε μερικοὺς κληρικούς, ποὺ εἴχανε διαφορὲς μὲ τὴν ἐπίσημη Ἐκκλησία, νὰ κάνουν τὸ πᾶν γιὰ νὰ γεφυρώσουν τὴ διαφορὰ καὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν Ἐκκλησία. Ἔλεγε μάλιστα: προτιμῶ νὰ πλανῶμαι μέσα στὴν Ἐκκλησία, παρὰ νὰ φύγω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Κι ἔλεγε, ὅτι δὲν θὰ ἤθελε νὰ σωθῇ μόνος του, δίχως τὴν Ἐκκλησία κι ὅτι δὲν θὰ ἐγκατέλειπε τὸ πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ἔπαθε ρωγμὴ ἢ γιατί κινδύνευε» (Γέροντος Πορφυρίου, Ἱερομονάχου, «Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν», ἐκδ. «Ἡ Μεταμόρφωσις τοῦ Σωτήρος Μήλεσι Ἀττικῆς», σελ. 195). Εὔχομαι ἡ συμβουλὴ τοῦ Θεοφόρου Ἁγίου νὰ γίνει πηγὴ φωτισμοῦ, νὰ ἔρθει (δηλ. ἐγὼ) σὲ Μετάνοια καὶ διόρθωσι πορείας...».
1ο Σχόλιο: Οἱ συμβουλὲς τοῦ Ἁγ. Πορφυρίου εἶναι ἀπαντήσεις σὲ ἐρώτημα πιστῶν «ἐὰν πρέπει νὰ ἀκολουθήσουν τὸ παλαιὸ ἢ τὸ νέο ἡμερολόγιο». Ὁμίλησε ὁ Ἅγιος περὶ «πλάνης» καὶ ὄχι περὶ «αἱρέσεως». Μόνο γιὰ ἀναγνώστη – πιστό, ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει ἱστορικές, θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιολογικὲς γνώσεις, ἰσχύει ἡ παράθεση τῶν συμβουλῶν τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου ὡς πρότυπα ἐκκλησιολογικῆς συμπεριφορᾶς, ὡς ποιμαντικοὶ κανόνες τῆς διαχρονικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἔναντι αἱρετικῶν ἐπισκόπων.
Οἱ τόσο, πραγματικά, πνευματικές – σοφὲς συμβουλὲς τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, προβάλλονται στὸ ποίμνιο ὡς «ἀπροϋπόθετη ὑπακοὴ στὸν Ἐπίσκοπο». Αὐτό, βέβαια, ἐξυπηρετεῖ τοὺς σημερινοὺς οἰκουμενιστὲς ἐπισκόπους. Ὅπως τεκμαίρεται ἀπὸ τὴν ὅλη διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, ὡς θεολογικὸ νοητικὸ συνεχὲς τοῦ φρονήματός του, ἡ διαβάθμιση τῆς συμβουλῆς του δὲν εἶναι ἀναιρετικὴ τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ ΙΕ' Κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τῆς Ἀποτειχίσεως ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ ἐπίσκοπο.
Ἐρώτημα: Ἔχουμε δηλ. μιὰ σιωπηρὴ ἀναίρεση συνοδικοῦ Κανόνα (ΙΕ') ἀπὸ τὸν Ἅγιο Πορφύριο; Ἄπαγε τῆς βλασφημίας!
Ἡ κατανόηση τῶν συμβουλῶν του δὲν ἅπτεται συνοδικῶν ἀποφάσεων ἐναντίον τῶν αἱρέσεων· ἀποκλείει ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἐπὶ μέρους διαφωνίες, ἰάσιμες, στὸ πλαίσιο καλῆς διοικητικῆς – πνευματικῆς λειτουργίας τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐρώτημα: Εἶναι δυνατὸν ἡ συμβουλὴ ἑνὸς Θεοφόρου Ἁγίου νὰ ἀποδομῇ τὴν διασκεπτικὴ δομὴ τῆς σκέψης τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἀγώνων της ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν, ποὺ ἔχουν συμπυκνωθῇ (οἱ ἀγῶνες) σὲ Ἀποστολικοὺς καὶ Οἰκουμενικοὺς συνοδικοὺς κανόνας;
Τέτοιες ἐννοιολογικὲς πλατφόρμες διαμορφώνουν οἱ φιλοοικουμενιστικὲς τοποθετήσεις τῶν «ἔγκυρων» ἑρμηνευτῶν τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου! (τέλος σχολίου).
Ὁ Ἀρχιμανδρίτης Σάββας Ἁγιορείτης, γράφει (εὔστοχα):
«Κάποιοι τὸν παρουσιάζουν (δηλ. τὸν Ἅγιο Πορφύριο) ὡς οἰκουμενιστή, ἀνεκτικὸ στὸν συγκρητισμό, ἀδιάφορο γενικότερα, ὡς πρὸς τὰ ἠθικὰ θέματα ἢ τὰ θέματα πίστεως» (Βλέπε τὸ σχετικό – ἀξιόλογο - βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτου, ποὺ ἔχει τὸν τίτλο «ΕΝ ΧΡΙΣΤΩ ΑΓΑΠΗ Ἢ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ; Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἀπαντᾷ...»).
Δὲν συμφωνοῦμε, βέβαια, καὶ μὲ τὶς «ὑπερ-ὀρθόδοξες» θέσεις ὁρισμένων, ποὺ δὲν ἀναγνωρίζουν τοὺς ἐν λόγῳ Ἁγίους, διότι (λέγουν) δὲν κήρυξαν ἐπαναστατικοποιημένη τὴν ἀντίθεσή τους στὸν οἰκουμενισμό.
Ἡ ἀντίθεσή τους στὸν οἰκουμενισμὸ εἶχε ἐξαπλωθῇ στὸ πλήρωμα, ὡς πνευματικὸς χάρτης προσανατολισμοῦ, μέσα στὸ λαβύρινθο φρονημάτων τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου. Ἦταν τὸ κατάλληλο φάρμακο τῆς ἐποχῆς τους (μας).
Οἱ πνευματικὲς θεραπεῖες (καὶ θαύματα) ποὺ ἐπιτέλεσαν στὸ ἐκκλησιαστικὸ πλήρωμα, ἐξουδετέρωσαν τὶς νέο-ἐποχίτικες ἐπιρροές, ὥστε νὰ ἀποτελέσουν οἱ Ἅγιοι Πορφύριος, Παΐσιος καὶ Ἰάκωβος, τὸ ἑνωτικὸ σημεῖο πρόσδεσης μὲ τὴν διαχρονικὴ Ἐκκλησία, ὡς Ἁγιαστική, Ὀρθόδοξη ἀσκητικὴ ἀγωνιστικότητα καὶ ὀρθὴ πίστη!
Ὁ Ἀπ. Παῦλος ὑπογραμμίζει τὴν παρουσία καὶ ἐπενέργεια τῶν Ἁγίων Πορφυρίου, Παϊσίου καὶ Ἰακώβου σὲ πλαίσιο δομικῆς (διαχρονικῆς) ἐκκλησιολογικῆς ἀνάλυσης: «...καὶ αὐτὸς (ὁ Χριστὸς) ἔδωκε τοὺς μὲν ἀποστόλους, τοὺς δὲ προφήτας, τοὺς δὲ εὐαγγελιστάς, τοὺς δὲ ποιμένας καὶ διδασκάλους, πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων, εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδομὴν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως...» (Ἐφεσ. 4, 11-13). Εἶναι ἰδιαίτερα βοηθητικὸ νὰ προσεγγίσουμε – κατανοήσουμε τὴν ἀρετὴ τῆς «Ὑπακοῆς» στὸν θεμελιακὸ λόγο τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου:
«Ἐν ὅσοις γὰρ οὐκ ἐστι παράβασις Θεοῦ ἐντολῆς ἢ ἀποστολικῶν κανόνων καὶ διατάξεων, ἐν πᾶσιν ἀνάγκῃ πᾶσα ὑπακούειν αὐτῷ (στὸν Πνευματικὸ) ὀφείλετε καὶ ὡς τῷ Κυρίω πείθεσθαί· Ἐν ὅσοις δὲ κινδυνεύει τὸ τοῦ Χριστοῦ Εὐαγγέλιον καὶ οἱ νόμοι τῆς Ἐκκλησίας αὐτοῦ, οὐ μόνον οὐ δεῖ πείθεσθαι παραινοῦντι ὑμῖν καὶ διατασσομένω, ἀλλ᾿ οὐδὲ ἄρτι ἀπ᾿ οὐρανοῦ κατεληλυθότι καὶ ὑμῖν, παρ᾿ ὁ οἱ αὐτόπται τοῦ λόγου εὐηγγελίσαντο» (Παραινέσεις πρὸς τὸν διάδοχό του Ἀρσένιο καὶ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Μονῇς).
Ὁ π. Γεώργιος Καψάνης, εἶπε:
Α) «Καὶ ἡ ἁπλὴ συμπροσευχὴ ὑπὸ δηλοῖ συμμετοχὴν εἰς τὴν πίστιν τοῦ συμπροσευχομένου...» (Σελ. 58).
Β) «Ἡ ἕνωσις δὲν θὰ γίνῃ ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους καὶ τοὺς θεολόγους, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν λαόν, ὁ ὁποῖος δι᾿ ὅλων αὐτῶν τῶν μέσων (δηλ. συμπροσευχές, συλλείτουργα μὲ αἱρετικοὺς κ.λ.π) θὰ προετοιμασθῇ ψυχολογικῶς, διὰ νὰ μὴ ἀντιδράσῃ ἢ καὶ νὰ ἐπιβάλῃ ἐκ τῶν κάτω τὴν ἕνωσιν. Αὐτὸς εἶναι ὁ λεγόμενος λαϊκὸς οἰκουμενισμὸς» (Σελ. 58)».
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ