«Ἡ αἵρεση τῆς Εὐχαριστιακῆς θεολογίας»
(...καὶ ἐξ ὑμῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα – Ἀπ. Παῦλος – Πράξ. 20, 30)
Γράφει ὁ ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ
Γνωρίζουμε, ὅτι τὰ Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος, Χρίσματος καὶ Θείας Εὐχαριστίας εἶναι θεμελιώδη στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας.
Ἡ συγγραφικὴ πρακτικὴ τῶν οἰκουμενιστῶν ἀλλοίωσε (ὡς γνωστὸ) τὸ θεολογικὸ νόημα τοῦ Βαπτίσματος (Βαπτισματικὴ Θεολογία – ἐπίσκοπος Ι. Ζηζιούλας).
Ὁ ἴδιος κατασκεύασε, ἐπίσης, τὴν αἵρεση τῆς «Εὐχαριστιακῆς θεολογίας». Ἡ θεωρία του προσανατολίζει τὸ ποίμνιο στὸ «παπικὸ πρωτεῖο» ἀποτελούμενο, ὅμως, ἀπὸ ὀρθόδοξα ὑλικά, πρὸς παραπλάνηση τῶν Ὀρθοδόξων.
Ὁ Περγάμου Ἰωάννης Ζηζιούλας καὶ οἱ συνοδοιπόροι του ἔχουν ἀπελευθερώσει τεράστιο ὄγκο φαντασίας, λέγοντες:
«ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία τελεῖται στὸ ὄνομα τοῦ ἐπισκόπου».
Ἀποτελοῦν, δυστυχῶς, μοτίβο «ὑπέρθεης» ἀξίωσης, «ὑπερεκτίμησης» καὶ «ὑπερεξύψωσης» τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος – ἐξουσίας. Αὐτὴ ἡ ὀπτική τους γωνία δὲν συμφωνεῖ μὲ τὴν ἐξ ἀρχῆς δεδομένη ἀποστολή – κατεύθυνση τῆς ἐξουσίας, ὡς θεσμοῦ.
Ὁ Ἀπ. Παῦλος μὲ σαφήνεια καὶ ἰδιαίτερη ἔμφαση ὑπογραμμίζει πὼς ὁ Θεὸς (ἡ ἀπόλυτη Θεία ἐξουσία) ἔδωσε διακονικὸ ρόλο στὶς ἐπὶ μέρους, ἐγκόσμιας τάξης ἐξουσίες. Ἀπὸ τὴν Ἐπιστολή του διδασκώμεθα:
Α) «Πᾶσα ψυχὴ ἐξουσίαιςυπερεχούσαιςυποτασσέσθώ∙ οὐ γὰρ ἐστιν ἐξουσία εἰμὴ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ∙ αἱ δὲ οὔσαιεξουσῖαὶ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τεταγμέναιεισίν» (Ρώμ. 13, 1).
Β) «λειτουργεῖ γὰρ Θεοῦ εἰσὶν» (Ρώμ. 13, 6).
Αὐτὸς εἶναι ὁ φυσικός – θεολογικὸς ρόλος τῶν ἐξουσιῶν (ὡς θεσμοῦ), ν' ἀσκεῖται «ἐν ὀνόματι Θεοῦ».
Εἶναι λάθος ἡ θέση τῆς σημερινῆς πολιτικῆς ἀντίληψης, ὅτι ἡ ἐξουσία πηγάζει ἐκ τοῦ λαοῦ: ἄλλο ὁ βασικὸς σκελετὸς τῆς ἐξουσίας καὶ ἄλλο ἡ σύνδεσή της, ἡ ἐπάνδρωσή της μὲ τὰ φυσικὰ πρόσωπα, ποὺ εἶναι ἔργο τῶν κοινωνιῶν, τῶν λαῶν. Εἶναι αὐτονόητο, ὅτι οἱ δικτατορίες, τυρρανίεςκ.λ.π, ἀποτελοῦν ἐκτροπὴ τῶν προσώπων ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Ἀκόμη καὶ στὴν ἀρνητικὴ ἄσκηση τῆς ἐξουσίας, τὰ ὅριά της εἶναι καθορισμένα ἀπὸ τὸν Θεὸ (π.χ. ἐξουσία δαιμόνων). Αὐτὸ εἰπώθηκε καὶ στὸ πραιτώριο:
«Οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ' ἐμοῦ, εἰμὴ ἤν σου δεδομένον ἄνωθεν» (Ἰωαν. 19, 11), εἶχε τονίσει ὁ Χριστὸς στὸν Πιλάτο.
Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ κέντρο τῶν ἐξουσιῶν «ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» (Μάτθ. κθ, 18), ὅπως ὁ ἥλιος.
Οἱ διάφορες ἐξουσίες ὀφείλουν νὰ διαγράφουν γύρω του διακονικὴ τροχιά, πρὸς σωτηρία, χωρὶς ἐκτροχιασμοὺς∙ ὅμως, ἐξ ἀνθρώπινης ὑπαιτιότητας, οἱ ἐξουσίες (ὡς τιμόνι) ἔχουν παραδοθεῖ στὸν διάβολο, ὁ ὁποῖος καυχώμενος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, εἶπε:
«σοὶ δώσω τὴν ἐξουσίαν ταύτην ἅπασαν καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, ὅτι ἐμοὶ παραδέδοται καὶ ὦ ἐὰν θέλω δίδωμι αὐτὴν σὺ οὗν ἐὰν προσκυνήσηςενώπιόν μου, ἔσται σου πᾶσα» (Λούκ. δ΄,7).
Ὁ ἐπίσκοπος εὑρίσκεται σὲ τροχιὰ διακονίας πέριξ τοῦ Χριστοῦ, «ὦσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι...» (Μάτθ. 20, 25 - 28).
Ἡ ἐκ τοῦ ἐπισκόπουεργαλιοποίησή της διακονίας του σὲ προσωπικὸ ἐπίπεδο, στὸ ὄνομά του, ἀποτελεῖ ἐκτροχιασμὸ ἀπὸ τὴν Θεία τροχιὰ στὴν ὁποία ἐτέθη∙ ὁ δὲ ἰσχυρισμὸς ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία τελεῖται στὸ ὄνομά του, ἀποτελεῖ αἵρεση, προσβολὴ πρὸς τὸν Κύριο, ὁ ὁποῖος περιεποιήσατο τὴν Ἐκκλησίαν «διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πράξ. 20, 28-29).
Στὴν ἀκολουθία τῶν Ἀθανασίου καὶ κυρίλλου Πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας διαβάζουμε, σχετικά:
«διὰ τοῦ παναγίου καὶ πολυτίμου σου Αἵματος ἐκ τῆς αἰχμαλωσίας τοῦ διαβόλου ἐξηγόρασας, καὶ τῆς αἰωνίου καταδίκης ἠλευθέρωσας, καὶ τῆς ἐπουρανίου δόξης κοινωνοὺς ἐποίησαςκαι υἱοὺς θεοῦ καὶ θεοὺς κατὰ χάριν ἀνέδειξας».
Ἡ Καινὴ Διαθήκη ὑπογραμμίζει τὸν διακονικὸ χαρακτῆρα τοῦ ἐπισκόπου ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, «ἡ ὁποία ἔχει οἰκοδομηθῇ ἀπὸ τὸν Κύριο ἐπὶ τῆς πρὸς Αὐτὸν Πίστεως, ὀρθῆς πίστεως καὶ ὁμολογίας, ἐγκαινιασθεῖσα τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς , μὲ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Παναγίου καὶ τελεταρχικοῦ Πνεύματος στοὺς Ἁγίου Μαθητὲς καὶ Ἀποστόλους τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τοὺς ὁποίους ἀνέδειξε ὄργανα τῆς Θείας Χάριτος πρὸς συνέχιση τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Σωτῆρος» (Ἁγ. Νεκτάριος, Περὶ Ἐκκλησίας – σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση). Στὴν Καινὴ Διαθήκη, διαβάζουμε:
«Τὶς οὐνεστι Παῦλος, τὶς δὲ Ἀπολλῶς ἀλλ' ἡ διάκονοι δι' ὤν ἐπιστεύσατε, καὶ ἑκάστῳ ὡς ὁ Κύριος ἔδωκεν;» (Α' Κόρ. 3, 5).
Στὴν Καινὴ Διαθήκη διακρίνουμε τὸν Τριδιάστατο Ἀποστολικό, προσδιοριστικό, λειτουργικὸ ἄξονα τῆς Ἐπισκοπικῆς διακονίας (καὶ τῶν ἱερέων), σὲ τρεῖς (κυρίως) συνιστῶσες:
Α) νὰ ἐνεργεῖ (ὁ ἐπίσκοπος) πάντοτε «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ του Ναζωραίου» (Πράξ. 3, 6).
Β) Νὰ τελεῖ τὴν «κλάσι τοῦ Ἄρτου» (Θεία Λειτουργία – ὀργάνωση τῆς Ἐκκλησίας), ὅπως βλέπουμε στὸ ἔργο τοῦ Ἀπ. Παύλου.
Γ) Νὰ μεριμνᾶ γιὰ τὴν ψυχοσωματικὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων (ὀρθοτόμηση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ – Μυστήρια – ἔργα ἀγάπης).
Παράδειγμα, ἡ Ἀποστολική – Ἐπισκοπικὴ δράση τοῦ Ἀπ. Παύλου στὴν Τρωάδα, ὅπου ἐτέλεσε τὴ Θεία Λειτουργία, ἐκήρυξε «ἄχρι αὐγῆς» τὸν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἀνέστησε τὸν (νεανία) Εὔτυχο (Πράξ. 20, 7-12).
Εἶχε τὴν συνείδηση τοῦ διακόνου στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ:
«οὐ ἐγενόμην διάκονος κατὰ τὴν δωρεὰν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ την δοθεῖσαν μοὶ κατὰ τὴν ἐνέργειαν τῆς δυνάμεως αὐτοῦ» (Ἐφ. 3, 17).
Ἡ μνημόνευση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἐπισκόπου στὴν Ἐκκλησία ἀποτελεῖ (ἀκριβῶς) τὴν προσευχὴ τοῦ πληρώματος πρὸς τήρηση (ἐκ μέρους τοῦ Ἐπισκόπου) τοῦ Τρισδιάστατου Ἀποστολικοῦ ἄξονα διακονίας. Τότε, ἐκ τῆς τηρήσεως, καὶ ἡμεῖς δυνάμεθα νὰ θεωροῦμε τὸν ἐπίσκοπο ὡς πνευματικὸ πατέρα.
Ἡ μνημόνευση διακόπτεται ὑποχρεωτικὰ (ΙΕ' Κανόνας τῆς Ἄ-Β Συνόδου), ὅταν ὁ Ἐπίσκοπος διατυπώνει φανερὰ αἵρεση∙ τότε δὲν ἐνεργεῖ «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ», στὸ ὄνομα τῆς Ἀλήθειας Τοῦ (Ἀπόστολοι – Οἰκουμενικὲς Σύνοδοι).
Ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ «τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμήνανάμνησίν» (Λούκ. 22, 19), ἔχει τὴν ἰσοδύναμη ὑπόσταση: «Τάδε λέγει Κύριος». Ὁ Χριστὸς παρέδωσε τὸ νέο Χριστιανικὸ Πάσχα, τὸ Ἱερὸ Μυστήριο, ὡς ὁ Πρῶτος Λειτουργὸς τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἔτσι ὥστε νὰ πραγματοποιεῖται (ἡ θυσία) – συνειδητοποιεῖται ἁγιαστικὰ εἰς τὸ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ (εἰς τὴν «ἐμήνανάμνησίν»). Χαρακτηριστικὴ ἡ τοποθέτηση τοῦ Ἁγ. Νεκταρίου:
"Xάρη τίνος ἐπιτελεῖται ἡ Θεία Λειτουργία»;
Ἀπ.: Ἡ Θεία Λειτουργία ἐπιτελεῖται: α) Πρὸς δόξανκαι αἶνον τοῦ Μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρα μας καὶ σὲ ἀνάμνηση τοῦ θανάτου αὐτοῦ σύμφωνα μὲ τὸ γεγραμμένο «τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμήνανάμνησίν».
β) Ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν τῶν εὐσεβῶς κεκοιμημένων Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν, ὅπως ἀκριβῶς ἀναφέρουν καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες, παραλαμβάνοντας, κατὰ τὸν ἅγιο Διονύσιο τὸν Ἀρεοπαγίτη, τὴν παράδοση αὐτὴ ἀπὸ τοὺς ἁγίους καὶ πανευφήμους Ἀποστόλους καὶ ὅπως ἀναφέρουν στὶς λειτουργίες τους ὁ Βασίλειος καὶ ὁ Χρυσόστομος.
γ) ὑπὲρ τῶν ζώντων Ὀρθοδόξων Ἀρχιερέων, τῶν ἀρχόντων καὶ παντὸς τοῦ χριστώνυμου λαοῦ.
(Ἀπὸ τὴν ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ τοῦ Ἁγ. Νεκταρίου).
Σχόλιο: Δυστυχῶς, ἡ Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου, ὡς ἡ νεώτερη Μοῦσα τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ἐγκωμίασε καὶ ἐτίμησε (στὸ παρελθὸν) τὸν Ἐπίσκοπο Ἰωάννη Ζηζιούλα γιὰ τὶς ἐργασίες του, ποὺ ἀποτελοῦν σημειώσεις γιὰ μιὰ αἱρετική, Μετα-πατερική, ποιμαντική!
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ