«Πρός ἐκπεσόντα Ἀρχιμ. Ἀνδρέαν Κονάνον»
Γράφει ὁ ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ
Σᾶς παρακολούθησα (μὲ λύπη) στὸ διαδίκτυο, σὲ μιὰ σειρὰ ἀπὸ λόγια σας «φιλικὰ» ὑπὲρ τῆς ὁμοφυλοφιλίας, σὲ συμφωνία μὲ τὴ ζωή σας, ἔξω ἀπὸ τὴν Πίστι καὶ τὴν Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἄρνηση τοῦ Πνεύματος∙ λόγια κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ σας στὴν πραγματικότητα, σὲ προβολὴ «φτού, ξελευτερία».
Ἀνάμεσα στὰ συγκεχυμένα λόγια τῆς συνείδησής σας ἄκουσα καὶ τὴ λέξη «Θεὸς»∙ ὄχι, βέβαια, ὡς ἀδιαλλαξία ἔναντι τοῦ ψεύδους καὶ ὡς ἀσυμβίβαστη ζήτησι τῆς ἀλήθειας.
Ποιόν Θεὸ ἐννοεῖτε; Αὐτὸν γιὰ τὸν ὁποῖο σὲ πολλὲς ἀγρυπνίες ξενυχτήσατε; Τὸν Θεὸ ἁγίων μορφῶν ποὺ προλάβατε καὶ ἀγγίξατε (γιὰ εὐλογία) τὸ ράσο τους; Μᾶλλον ἐννοεῖτε ἕναν ἰδιόπλαστο Θεό, γενναιόδωρο στὶς ἐπιλογές σας!
Γνῶθι (μάθε), ὅτι ὁ Ἀληθινὸς Θεός, σὰν νὰ μὴν ἤθελε νὰ τὸ πιστέψει, ὅτι εἰς τὴν Πεντάπολιν συντελεῖται ἡ παρὰ φῦσιν ἁμαρτία, ὡς ἔξαρση ἀκολασίας, ἐκατέβη μόνος Του γιὰ νὰ ἰδῇ:
«Εἶπε δὲ Κύριος∙ κραυγὴ Σοδόμων καὶ Γομμόρας πεπλήθυνται πρὸς μέ, καὶ αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν μεγάλαι σφόδρα. Καταβάς οὖν ὄψομαι, εἰ κατὰ τὴν κραυγὴν αὐτῶν τὴν ἐρχομένην πρὸς μὲ συντελοῦνται, εἰ δὲ μή, ἵνα γνῶ» (Γέν. 18, 20-21).
Στὶς μάχες τῆς ἐρήμου, οἱ Πατέρες ἐδέχθησαν καὶ αὐτοὶ βίαιες ἐπιθέσεις τοῦ δαιμονίου τῆς ἀρσενοκοιτίας. Μὲ τρικυμισμένη τὴ συνείδησή τους ἀπὸ τὶς πειρασμικὲς ἐπιθέσεις, νίκησαν μόνο αὐτοὶ ποὺ εἴπανε: «Τοῦ Θεοῦ εἰμί». Στὸ ἀρχαῖο κείμενο τοῦ «Γεροντικοῦ», διαβάζουμε:
Α) «Οὐδεὶς ἀπείραστος δυνήσεται εἰσελθείν εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Ἔπαρον γάρ, φησί, τοὺς πειρασμούς, καὶ οὐδεὶς ὁ σωζόμενος» (Μ. Ἀντώνιος) (Πρβ. Πράξ. 14, 22: διὰ πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ).
Β) Στὴν ἑνότητα «Περὶ τοῦ ἀββά Ἀχιλλά», στὴν παράγραφο (στ΄), διαβάζουμε: «ἄλλοτε πάλιν μέγας γέρων παρέλαβε τῷ ἀββά Ἀχιλλά ἀπὸ Θηβαΐδος καὶ λέγει αὐτῷ∙ Ἀββᾶ, πολεμοῦμαι εἰς σέ. Ὁ δὲ λέγει αὐτῷ∙ Ὕπαγε καὶ σύ, γέρον, εἰς ἐμὲ ἄρτι πολεμῇ; Ὁ δὲ γέρων ἀπὸ ταπεινώσεως εἶπε∙ Ναί, ἀββᾶ. Ἢν δὲ ἐκεῖ ἐπὶ τῇ θύρᾳ καθήμενος γέρων τυφλὸς καὶ χωλός. Καὶ λέγει αὐτῷ ὁ γέρων∙ Ἤθελον καθίσαι μικρᾶς ἡμέρας, καὶ διὰ τὸν γέροντα τοῦτον οὐ δύναμαι καθίσαι. Ἀκούσας οὖν ὁ ἀββᾶς Ἀχιλλάς ἐθαύμασε τὴν ταπείνωσιν τοῦ γέροντος καὶ ἔλεγεν∙ Αὕτη οὐκ ἐστι πορνεῖα, ἀλλὰ φθόνος ἐστὶ τῶν πονηρῶν δαιμόνων».
Μετάφραση (ὑπὸ Βασιλείου Πέντζα) – Ἐκδ. οἶκος ΑΣΤΗΡ (Σελ. 282): «Ἄλλοτε πάλι, ἕνας μεγάλος γέρων πῆγε στὸν Ἀββά Ἀχιλλά ἀπὸ τὴ Θηβαΐδα καὶ τοῦ λέγει: «Ἀββᾶ, ἔχω πειρασμὸ σχετικὰ μὲ σένα». Καὶ ἐκεῖνος τοῦ λέγει: «Πήγαινε στὸ καλό, γέροντα, σ᾿ ἐμένα βρῆκες νὰ πειρασθῇς τώρα;». Ὁ δὲ γέρων, ἀπὸ ταπείνωση, εἶπε: «Ναί, Ἀββᾶ». Ἦταν δὲ ἐκεῖ, κοντὰ στὴ θύρα, ἕνας γέρων τυφλὸς καὶ χωλός. Καὶ τοῦ λέγει ὁ γέρων: «Ἤθελα νὰ μείνω λίγες μέρες, ἀλλὰ ἐξ αἰτίας αὐτοῦ τοῦ γέροντος δὲν μπορῶ νὰ μείνω». Ἀκούοντας λοιπὸν ὁ Ἀββᾶς Ἀχιλλάς θαύμασε τὴν ταπείνωση τοῦ γέροντος καὶ ἔλεγε: «Αὐτὸ δὲν εἶναι σαρκικὴ ἁμαρτία, ἀλλὰ φθόνος τῶν πονηρῶν δαιμόνων».
Ὅπως βλέπετε, εἶναι παλιὰ ἡ ἀντίθεση μεταξὺ τοῦ αὐτοκαθορισμοῦ ποὺ δίνει ἡ χάρις τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ «ντετερμινισμοῦ» τῶν δύο (2) βασικῶν ἐνστίκτων, τῆς αὐτοσυντήρησης καὶ τῆς ἀναπαραγωγῆς ποὺ (μεταπτωτικὰ) μάχονται τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς.
Τὰ δύο αὐτὰ ἔνστικτα ἀλλοιώνονται χρηστικά, ὅταν ὑποδηλωθοῦν στὴν ἁμαρτία∙ τότε, συνήθως, ἐκδηλώνονται καὶ στοὺς ἀπογόνους, ὡς ἀρνητικὴ κληρονομικότητα (φιληδονία, ὁμοφυλοφιλία, ἐγκληματικότητα, κλπ). Νὰ θυμηθεῖτε, ὅτι ὁ Δαυὶδ ὁμολογεῖ: «Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καὶ ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ μὲ ἡ μήτηρ μου».
Ἴσως ἰσχυρισθῆτε, ὅτι ἡ προσωπική σας ὕπαρξη – ὑπόσταση εἶναι (αὐτὴ) ἡ ἴδια ἡ ταυτότητά σας∙ τότε ἀποδίδετε τὴν ὅποια ἀπόκλιση ἐκ τῆς φυσικῆς λειτουργίας τοῦ φύλου στὸν δημιουργὸ Θεό. Ἄπαγε τῆς βλασφημίας!
Νιώθει κανεὶς νὰ πνίγεται, ὅταν βλέπει καὶ «ἐπισκόπους» νὰ διατηροῦν ἐπίπεδο συνηγορίας πρὸς τὴν ὁμοφυλοφιλία∙ ἐπίπεδο ἀθέσπιστων ὑπὸ τοῦ Θεοῦ κλίσεων – ἁμαρτιῶν.
Ἐὰν δεχθεῖ κάποιος ἀνυπαρξία Θεοῦ, τότε τὰ αἴτια τῆς ὁμοφυλοφιλίας συγκεντρώνονται στὴ Φύση, ἔτσι ἔχουμε τὴν ἑξῆς δαιμονικὴ περιχαράκωση τοῦ ἀνθρώπου σ᾿ ὅλες τὶς διακριτὲς παραβατικὲς περιπτώσεις, δηλ. θὰ ἰσχυρισθῇ:
«τί φταίω γιὰ τὸ ἔγκλημα, γιὰ τὴν κλοπή, γιὰ τὸν βιασμό, γιὰ τὰ βασανιστήρια κλπ, ἀφοῦ ἡ «φυσικὴ ταυτότητα» μὲ τοποθετεῖ σὲ ὁρισμένες μορφὲς συμπεριφορᾶς∙ ἐκεῖ μὲ ὁδηγεῖ ἡ φυσικο-χημικὴ λειτουργία τοῦ ἐγκεφάλου».
Αὐτὴ ἡ βιοπορία, ὡς καθοριζόμενη μόνο ἀπὸ βιολογικούς – σωματικοὺς παράγοντες, εἶναι ἡ βιοθεωρία σας;
Ἡ ἐπιστημονικὴ γνώση, τὸ ἐπιστημονικὸ ἀντίκρυσμα, δὲν λύνει τὸ πρόβλημα – φαινόμενο τῆς ὁμοφυλοφιλίας στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων.
Στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δίνεται κατηγορηματικὴ καὶ καθολικὴ ἀπάντηση∙ «ὅποιος δὲν ἔχει περάσει στὴν κάθαρσι τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει σὲ κατάστασι φωτισμοῦ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου πνεύματος εἶναι ψυχοπαθὴς (π. Ἰωάννης Ρωμανίδης).
Ἄκουσε τοὺς λόγους τοῦ Μ. Βασιλείου, ὅσο εἶσαι στὴ ζωή: «Οἴδεν ἀνορθούν κατερραγμένους ὁ Κύριος∙ Φεῦγε μὴ μακράν, ἀλλὰ πρὸς ἡμᾶς ἀνάδραμε. Ἀνάλαβε πάλιν νεανικοὺς πόνους, δευτέροις κατορθώμασι διαλύων τὴν χαμαίζηλον καὶ γλοιώδη ἡδονήν. Ἀνάνευσον εἰς τὴν τοῦ τέλους ἡμέραν, οὕτω προσεγγίσασαν τὴ ζωὴ ἡμῶν... μὴ σὲ ἡ φρικωδεστάτη ἐκείνη καταλάβη ἀπόφασις, ὅτι «οὐκ οἴδα ὑμᾶς τίνες ἐστέ».
Ἑρμηνεία
«Ὁ Κύριος γνωρίζει ν᾿ ἀνορθώνη τοὺς πεσμένους. Μὴ φύγης μακρυά, ἀλλὰ γύρισε πάλιν πρὸς ἡμᾶς. Ἀνάλαβε πάλιν νεανικοὺς κόπους, διὰ νὰ διαλύσης μὲ δεύτερα κατορθώματα τὴν χαμερπὴν καὶ γλοιώδη ἡδονήν. Κοίταξε πρὸς τὴν ἡμέραν τοῦ τέλους, ποὺ εἶναι τόσον κοντὰ εἰς τὴν ζωήν μας ... μήπως σὲ καταλάβῃ ἡ φρικωδεστάτη ἐκείνη καταδικαστικὴ ἀπόφασις: «Δὲν γνωρίζω ποιοὶ εἶσθε» (Λουκ. 13, 27) (Μ. Βασίλειος – «Πρὸς Μοναχόν ἐκπεσόντα» - Ε.Π.Ε. 3).
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ