Θεοφάνης Μαλκίδης: Η αναγνώριση της Γενοκτονίας ως (μία ακόμη) προϋπόθεση για την αποκατάσταση των σχέσεων με την κατοχική Τουρκία
Γράφει ο Θεοφάνης Μαλκίδης
Ένας από τους πιο σημαντικούς διανοούμενους της μεταπολίτευσης και πρωτεργάτης της ανάδειξης της Γενοκτονίας, ο αείμνηστος Μιχάλης Χαραλαμπίδης, είχε γράψει για την εξόντωση των ιστορικών λαών της Μικράς Ασίας:
«Εξαφανίσθηκαν διαμέσου της φυσικής, βιολογικής σφαγής ιστορικοί λαοί, ιστορικά έθνη, Αρμένιοι, Έλληνες, Ασσύριοι, Αραμαίοι.Αυτές οι άγριες, βίαιες ανώμαλες διαδρομές της ιστορίας γέμισαν την περιοχή εκατόμβες και ολοκαυτώματα. Το μέσον ήταν τα «Άουσβιτς τα Ματχάουτεν εν ροή» οι πορείες του θανάτου. Οι λαοί, όσοι επέζησαν ονομάστηκαν λαοί χωρίς πατρίδα, λαοί της Διασποράς, λαοί προσφύγων. Τη φυσική εξόντωση των λαών διαδέχθηκε ο πνευματικός ακρωτηριασμός, η αφαίρεση της μνήμης τους, της ψυχής τους.».
Η άνοδος του τουρκικού εθνικισμού με την άνοδο των Νεότουρκων και αργότερα του Κεμάλ στην εξουσία καθώς και οικονομικά συμφέροντα συνδεόμενα σε μεγάλο βαθμό με τη διείσδυση της Γερμανίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, οδήγησαν σε συστηματικούς διωγμούς του Ελληνισμού που διήρκεσαν από το 1913 ως το 1924. Πάνω από ένα εκατομμύριο Ελληνίδες και Έλληνες από τους 3.000.000 δολοφονήθηκαν !
Το τελευταίο μέρος του Ελληνικού ολοκαυτώματος εξελίχτηκε τον Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 1922, όταν αρχίζει η επίθεση του Μουσταφά Κεμάλ, ο οποίος έχει υπογράψει σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας με τη σοβιετική Ρωσία, τις τρεις σοβιετικές Δημοκρατίες του Καυκάσου, και με τη Γαλλία και Ιταλία. Στις 27 Αυγούστου, οι Τούρκοι μπαίνουν στη Σμύρνη και αρχίζει ο εμπρησμός της και η καταστροφή κάθε ελληνικής παρουσίας. Εκεί, όπως σημειώνει ο πρόξενος των ΗΠΑ George Horton «δεν έλειπε τίποτε σχετικά με τη θηριωδία, την ακολασία, την σκληρότητα και όλη τη μανία του ανθρώπινου πάθους».
Εικοσιπέντε χιλιάδες (25.000) Έλληνες χάθηκαν στην πυρκαγιά, ενώ μόνο το διάστημα από 27 Αυγούστου μέχρι 4 Σεπτεμβρίου 1922 δολοφονήθηκαν 50.000 Έλληνες. Στις 28 Αυγούστου 1922 κατακρεουργήθηκε ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, και μαζί του 342 κληρικοί της Μητροπόλεως Σμύρνης και των περιχώρων οι οποίοι πρώτα βασανίστηκαν. Τη δολοφονία, την εκδίωξη των Ελλήνων, ακολούθησε η καταστροφή κάθε ίχνους ελληνικής παρουσίας, αυτό άλλωστε υποδηλώνει η φωτιά στη Σμύρνη.
Περίπου 1,5 εκατομμύριο Έλληνες αναγκάστηκαν να έρθουν σαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τους 1.000.000 νεκρούς και χιλιάδες αγνοούμενους.
Γράφει σχετικά η Διδώ Σωτηρίου: «Βάλαν φωτιά στη Σμύρνη…εκατοντάδες χιλιάδες κόσμος, τρελός από φόβο, αρχίνησε να τρέχει…και να ξεχύνεται στη παραλία σαν μαύρο ποτάμι…μπρος θάλασσα και πίσω σφαγή». Και συνεχίζει: «…βάλθηκαν να τρέχουν να φεύγουν κυνηγημένοι απ΄ το τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να μπορέσει να παρατήσει το έχει του, την πατρίδα του το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λαχανιασμένος αποζητώντας αλλού τη σιγουριά. ….Ενάμισι εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπαρκάρανε στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» ….Χωρίς πατρίδα χωρίς δουλειά χωρίς σπίτι….».
Ο πρέσβης των ΗΠΑ Ηenry Morgenthau παρομοιάζει τους πρόσφυγες αυτούς με 26.000.000 άνδρες, γυναίκες και παιδιά οι οποίοι είχαν ξαφνικά και απρόσμενα φτάσει στα λιμάνια των ΗΠΑ.
Όταν άρχισε ή Συνδιάσκεψη της Λωζάννης την 1η Νοεμβρίου 1922 έμεναν ακόμα στην Κωνσταντινούπολη και στα περίχωρά της, καθώς και στην Ίμβρο και την Τένεδο περίπου 300.000 Έλληνες και στον Πόντο ελληνόφωνοι αλλά σαν μουσουλμάνοι μη ανταλλάξιμοι, άλλες 400.000.
Οι περισσότεροι έφυγαν με την ελληνοτουρκική συνθήκη της ανταλλαγής των πληθυσμών και άλλοι στους διωγμούς που ακολούθησαν το 1942, το 1955 και το 1964 και σήμερα μένουν μόνο ο άγνωστος αριθμός ελληνόφωνων στον Πόντο.
Η εκδίωξη των Ελλήνων από τους Νεότουρκους και τον Μουσταφά Κεμάλ, οι οποίοι στράφηκαν με μανία εναντίον του Ελληνισμού, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ανθρώπινη ιστορία. Η Γενοκτονία των Ελλήνων είναι ένα ζήτημα το οποίο παρέμεινε στο περιθώριο για πολλά χρόνια. Είναι ένα πολιτικό ζήτημα και η διεθνής του προέκταση αναφέρεται στην υποχρέωση των κρατών και των διεθνών οργανισμών να αναγνωρίσουν τη γενοκτονία και να αποκαταστήσουν με αυτόν τον τρόπο, την βλάβη που υπέστησαν.
«Η αναγνώριση και η ετοιμότητα για αυτά τα ντροπιαστικά γεγονότα δεν θα διδάξουν μόνο τις μελλοντικές γενεές, αλλά επίσης θα βοηθήσουν το ανθρώπινο γένος να εμποδίσει την επανάληψή τους», έγραψε ο George Pataki, κυβερνήτης της πολιτείας Νέας Υόρκης το 2002, όταν αναγνώρισε τη Γενοκτονία.
Κάθε λαός και ιδιαίτερα οι Ελληνίδες και οι Έλληνες, έχουν το δικαίωμα στη μνήμη, έχουν το δικαίωμα να απαιτούν με επιμονή την επίσημη αναγνώριση από τις αρχές των εγκλημάτων και αδικιών που διαπράχτηκαν σε βάρος τους. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας αποτελεί μία ακόμη προϋπόθεση για την αποκατάσταση των σχέσεων με την κατοχική Τουρκία.