Ἅγιος Παΐσιος: «Ἡτοιμάσθην καὶ οὐκ ἐταράχθην»
– Γέροντα, πῶς θὰ ξεπεράσω τὸν θυμό;
– Σκοπὸς εἶναι νὰ προλαβαίνης νὰ μὴ φθάνης στὸν θυμό. Καὶ τὸ γάλα, ἂν δὲν προλάβης νὰ τὸ κατεβάσης ἀπὸ τὴν φωτιά, μόλις φουσκώση, χύνεται.
– Πῶς θὰ προλαβαίνω νὰ μὴ θυμώνω;
– Χρειάζεται ἐπαγρύπνηση. Νὰ παρακολουθῆς τὸν ἑαυτό σου καὶ νὰ συγκρατῆς τὸν θυμό σου, γιὰ νὰ μὴ ριζώση μέσα σου τὸ πάθος, γιατὶ μετά, καὶ νὰ θελήσης νὰ τὸ κόψης μὲ τὸ τσεκούρι, θὰ πετάη συνέχεια «λαίμαργα»[1]. Νὰ θυμᾶσαι αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Δαβίδ: «Ἡτοιμάσθην καὶ οὐκ ἐταράχθην»[2]. Εἶδες ἐκεῖνος ὁ μοναχὸς τί ἔκανε; Μόλις ἔβγαινε ἀπὸ τὸ κελλί του, ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ ἔλεγε: «Θεέ μου, φύλαξέ με ἀπὸ τοὺς πειρασμοὺς» καὶ ἦταν ἕτοιμος νὰ ἀντιμετωπίση πειρασμό. Ἦταν σὰν νὰ κρατοῦσε σκοπιά. Κοιτοῦσε ἀπὸ ποῦ θὰ τοῦ ἔρθη ὁ πειρασμός, γιὰ νὰ ἀμυνθῆ. Ἂν λοιπὸν κάποιος ἀδελφὸς τοῦ φερόταν ἄσχημα, αὐτὸς ἦταν ἕτοιμος καὶ τὸν ἀντιμετώπιζε μὲ πραότητα καὶ ταπείνωση. Ἔτσι νὰ κάνης κι ἐσύ.
– Γέροντα, μερικὲς φορὲς σὲ ἕναν πειρασμὸ λέω ἀπὸ μέσα μου: «δὲν θὰ μιλήσω», ἀλλὰ στὸ τέλος ξεσπάω.
– Τί θὰ πῆ ξεσπᾶς; Τὰ σπασμένα τί γίνονται μετά; Καίγονται; Δὲν ἔχεις, φαίνεται, πολλὴ ὑπομονή, γι᾿ αὐτὸ φθάνεις μέχρις ἑνὸς σημείου καὶ ὕστερα ξεσπᾶς. Χρειάζεσαι λίγη ἀκόμη... Πρὶν μιλήσης, νὰ λὲς δυὸ-τρεῖς φορὲς τὴν εὐχή, γιὰ νὰ πάρης λίγο φῶς. Μιὰ γυναίκα, ὅταν θύμωνε, ἔλεγε τὸ «Πιστεύω» καὶ ὕστερα μιλοῦσε. Κοσμικοὶ ἄνθρωποι καὶ βλέπεις τί ἀγώνα κάνουν!
– Γέροντα, ὅταν ἀντιδρῶ μὲ τὴν συμπεριφορὰ μιᾶς ἀδελφῆς, τί νὰ κάνω;
– Νὰ βλέπης τὴν ἀδελφὴ μὲ καλωσύνη. Νὰ προσπαθῆς νὰ τὴν δικαιολογῆς μὲ ἀγάπη. Αὐτὸ θὰ σὲ βοηθήση νὰ ἀποκτήσης φυσιολογικὰ μιὰ σταθερή, καλὴ πνευματικὴ κατάσταση καί, ὅταν θὰ ἔρχεται τὸ πάθος τοῦ θυμοῦ, θὰ βρίσκη κατειλημμένη τὴν θέση τῆς καρδιᾶς σου ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ δὲν θὰ μπορῆ πλέον νὰ σταθῆ· θὰ φεύγη.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Ε' «Πάθη καὶ άρετές»
______________________________
[1] Λαίμαργα: Τὰ κλαδιὰ ποὺ ἀπομυζώντας τὸν χυμὸ τοῦ δένδρου ἀναπτύσσονται ὑπερβολικά, ἀλλὰ δὲν δίνουν καρπό.
[2] Ψαλμ. 118, 60.