Αἰτιοκρατικὰ καὶ στοχαστικὰ φαινόμενα καὶ ἡ γνωστικὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ
Γράφει ὁ Χρῆστος Κελαϊδώνης
Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὡς αἰτιοκρατία1 ἢ ἀλλιῶς ὡς ντετερμινισμό ὀνομάζουμε τὴ φιλοσοφικὴ θεώρηση ποὺ ὑποστηρίζει ὅτι τὰ ἀποτελέσματα καθορίζονται πλήρως ἀπὸ προϋπάρχοντα αἴτια.
Ἕνας ἄλλος ὁρισμὸς ποὺ χρησιμοποιεῖται συχνὰ μᾶς λέει ὅτι αἰτιοκρατία εἶναι ἡ φιλοσοφικὴ ἄποψη, ἡ ὁποία ὑποστηρίζει ὅτι μιὰ συγκεκριμένη αἰτία, κάτω ἀπὸ τίς ἴδιες συνθῆκες, μᾶς δίνει πάντα τὸ ἴδιο ἀποτέλεσμα καὶ τὸ ἀντίστροφο.
Γιὰ παράδειγμα, ἡ ἐλεύθερη πτώση τῶν σωμάτων ὀφείλεται πάντα στὴ βαρυτικὴ ἕλξη, ἀλλὰ καὶ ἡ βαρυτικὴ ἕλξη ὁδηγεῖ πάντοτε στὴν ἐλεύθερη πτώση τῶν σωμάτων, ὅταν οἱ συνθῆκες εἶναι οἱ ἴδιες.
Αὐτὴ ἡ θέση ὁδήγησε ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους στὸ νὰ ἀναζητήσουμε νόμους μέσα στὴ Φύση, δηλαδὴ γενικότερους κανόνες ποὺ δίνουν πάντα συγκεκριμένα ἀποτελέσματα, κάτω ἀπὸ συγκεκριμένες συνθῆκες, μὲ σκοπὸ νὰ ἀρμαθιάσουμε στὸν καθένα ἀπὸ αὐτοὺς τὰ ποικίλα φαινόμενα τοῦ ἐπιστητοῦ.
Μὲ τὴ σειρά της, ἡ ἀνακάλυψη τῶν νόμων τῆς Φύσης, μᾶς ὁδήγησε στὴ δυνατότητα πρόβλεψης κάποιων συμβάντων2 .
Ὅλο αὐτὸ ἀποτελοῦσε τὴ βάση τῶν Θετικῶν Ἐπιστημῶν καὶ τῆς Τεχνολογίας, τοὐλάχιστον, στὰ πρῶτα βήματά τους, μετὰ τὴ λεγόμενη Ἐπιστημονικὴ Ἐπανάσταση3.
Ἔτσι, γιὰ παράδειγμα, σὲ πολλὲς περιπτώσεις, ἂν καταφέρουμε νὰ βροῦμε τίς ἐξισώσεις κίνησης ἑνὸς σώματος καὶ νὰ προσδιορίσουμε τίς ἀρχικὲς συνθῆκες, θὰ εἴμαστε καὶ σὲ θέση νὰ προβλέψουμε κάθε χρονικὴ στιγμὴ σὲ ποιό σημεῖο τοῦ χώρου θὰ βρίσκεται τὸ σῶμα αὐτὸ καὶ μὲ ποιά ταχύτητα θὰ κινεῖται.
Ἡ κάθε μηχανή, πάλι, εἶναι κατασκευασμένη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μὲ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μπορῇ νὰ ἐκτελῇ μιά, τοὐλάχιστον, ἐπιθυμητὴ λειτουργία, χρησιμοποιῶντας γνωστοὺς σὲ ἐμᾶς νόμους τῆς Φύσης.
Ὅμως, οἱ μεγάλες ἀρχικὲς ἐπιτυχίες στὴν πρόβλεψη ἀρκετῶν φαινομένων καὶ οἱ ἐντυπωσιακὲς ἐφαρμογὲς στὴν Τεχνολογία μέσῳ τῶν μηχανῶν, ἔκανε πολλοὺς νὰ πιστεύουν ὅτι τὰ πάντα μέσα στὸ Σύμπαν λειτουργοῦν σὰν μηχανισμοὶ καὶ μηχανές, δηλαδὴ ἀποκλειστικὰ αἰτιοκρατικά, κάτι ποὺ ὡς σκέψη ὀνομάστηκε μηχανοκρατία ἢ μηχανικισμός4!
Ἔτσι, γιὰ πολλοὺς τὸ Σύμπαν ἔμοιαζε (καὶ δυστυχῶς ἀκόμα μοιάζει) σὰν ἕνα κουρδιστὸ μηχάνημα, στὸ ὁποῖο ὅλα τὰ γεγονότα ξεδιπλώνονται αὐτόματα ὡς μιὰ ἀλληλουχία συμβάντων καὶ συμπεριφορῶν, ποὺ ἐλέγχονται ἀποκλειστικὰ ἀπὸ φυσικοὺς νόμους καὶ καθορίζονται πλήρως ἀπὸ κάποιες ἀρχικὲς παραμέτρους -αἰτίες.
Καὶ ὅταν ἔλεγαν ὅλα, ἐννοοῦσαν ὅτι μέσα σὲ αὐτὰ μποροῦσες νὰ συμπεριλάβεις ἀκόμα καὶ τὴν ἀνθρώπινη συμπεριφορά...
Ὁ Λαπλάς, μάλιστα, ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὴν παραπάνω μηχανικιστικὴ «μοιρολατρία», ἔφτασε στὸ σημεῖο νὰ πεῖ ὅτι ἂν ὑπῆρχε ἕνας πολὺ ἰσχυρὸς νοῦς, ποὺ θὰ μποροῦσε κάποια στιγμὴ νὰ γνωρίζει ὅλα τὰ δεδομένα καὶ τοὺς νόμους τῆς Φύσης, θὰ ἦταν καὶ σὲ θέση νὰ προβλέψη καὶ ὅλα τὰ μέλλοντα γεγονότα!
Οἱ μεταγενέστεροι ὀνόμασαν αὐτὸν τὸν νοῦ «δαίμονα» τοῦ Λαπλάς5.
Μέσα σὲ ὅλο αὐτό, παρατηρεῖται καὶ ἡ τάση νὰ χρησιμοποιεῖται αὐθαίρετα ἡ αἰτιοκρατία γιὰ νὰ ἐξηγήσει φαινόμενα ποὺ δὲν εἶναι ντετερμινιστικά
Αὐτὰ τὰ συστήματα, τὰ συμβάντα καὶ οἱ διαδικασίες, ποὺ δὲν ὑπακοῦν σὲ συγκεκριμένους φυσικοὺς νόμους καὶ ποὺ χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὸ μὴ προβλέψιμο, ὀνομάζονται στοχαστικά/ές6.
Γιὰ παράδειγμα, στοχαστικὲς διαδικασίες θεωρεῖται ὅτι εἶναι ἡ κίνηση Brown7 ἢ μιὰ ἁπλὴ βόλτα σὲ ἕνα πάρκο8.
Ἡ ὀνομασία τους αὐτὴ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ λέξῃ «στοχάζομαι»9, μὲ τὴν εἰδική της σημασία: «ψάχνω νὰ βρῶ τὸ στόχο, προσπαθῶ νὰ μαντέψω», ἀκριβῶς ἐπειδὴ αὐτὰ δὲν διέπονται ἀπὸ φυσικοὺς νόμους γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ προβλέψεις ἐπιστημονικὰ τὴν ἐξέλιξή τους.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐκλαμβάνονται ἀπὸ ἐμᾶς ὡς κάτι τὸ «τυχαῖο», παρ᾿ ὅλο ποὺ τίποτα στὸν κόσμο δὲν κυβερνᾷται ἀπὸ τὴν «τύχη», μὲ τὴ σημασία τῆς λέξης, ποὺ ἀντιλαμβάνονται καὶ δίνουν οἱ περισσότεροι, σὲ σημεῖο ποὺ ἀγγίζει τὰ ὅρια μιᾶς ἀπρόσωπης θεότητας.
Πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι τὰ στοχαστικὰ συστήματα δὲν ταυτίζονται μὲ τά, ἐπίσης, μὴ προβλέψιμα σὲ βάθος χρόνου, χαοτικὰ10 συστήματα.
Τὰ τελευταῖα, μάλιστα, ὄχι μόνο ὑπακούουν σὲ φυσικοὺς νόμους, ἀλλὰ θεωροῦνται καὶ ὡς αὐστηρὰ αἰτιοκρατικά, διότι ἀκόμα καὶ μιὰ ἐλάχιστα μικρὴ ἀλλαγὴ στὶς ἀρχικὲς συνθῆκες, τὰ ὁδηγεῖ σὲ τελείως διαφορετικὰ ἀποτελέσματα - συμπεριφορές.
Αὐτὴ ἡ εὐαισθησία στὶς ἀρχικὲς συνθῆκες σημαίνει ὅτι ἕνα συγκεκριμένο ἀποτέλεσμα πρέπει νὰ προκύπτει ἀκριβῶς ἀπὸ μιὰ συγκεκριμένη τιμὴ στὶς ἀρχικὲς συνθῆκες καὶ ὄχι ἀπὸ κάτι, ἔστω καὶ ἐλάχιστα, κοντὰ σὲ αὐτήν, χαρακτηριστικὸ ποὺ ἀγγίζει τὸν ἀπόλυτο ντετερμινισμό.
Ἡ ἐξέλιξη τῶν χαοτικῶν συστημάτων δὲν μπορεῖ νὰ προβλεφθῇ, ὄχι ἐπειδὴ αὐτὰ δὲ διέπονται ἀπὸ φυσικοὺς νόμους, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐμεῖς δὲν ἔχουμε τὴ δυνατότητα νὰ προβλέψουμε μακροπρόθεσμα τὴν ἐξέλιξή τους.
Ἀντίθετα, στὰ στοχαστικὰ δὲν μποροῦμε νὰ προβλέψουμε τὴν ἐμφάνιση καὶ τὴν ἐξέλιξή τους, ἁπλά, ἐπειδὴ αὐτὰ δὲν ἀκολουθοῦν συγκεκριμένους φυσικοὺς νόμους.
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι ὁ κόσμος μας δὲν ἀποτελεῖ σύνθεση μόνο αἰτιοκρατικῶν φαινομένων καὶ συστημάτων, ἀλλὰ καὶ στοχαστικῶν.
Τόσο τὰ αἰτιοκρατικά, ὅσο καὶ τὰ στοχαστικὰ συστήματα, συμβάντα καὶ διαδικασίες ποὺ παρατηροῦνται στὴ Φύση, ὡς δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶναι αὐτὰ καθ᾿ αὐτὰ κάτι κακό, παρ᾿ ὅλο ποὺ φαίνεται σὲ πολλοὺς ὅτι τὰ πρῶτα σχετίζονται μὲ τὴ δουλεία τῆς ἀναγκαιότητας καὶ σὲ κάποιο βαθμὸ τὴν ἀνία τοῦ προβλέψιμου καὶ τὰ δεύτερα μὲ τὴν ἐλευθερία τοῦ εἶναι μας καὶ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν κατάρα τοῦ προκαθορισμένου
Ἢ ἀντίστροφα, μὲ τὴ σιγουριὰ καὶ τὴν ἀσφάλεια τοῦ γνωστοῦ τὰ πρῶτα καὶ μὲ τὸ φόβο καὶ τὴν ἀνασφάλεια τοῦ ἀπρόβλεπτου τὰ δεύτερα.
Τὸ καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ δυὸ ἔχει τὴ δική του ὀμορφιὰ καὶ σημασία.
Τὸ κακὸ ἔγκειται στὴν προσπάθεια νὰ διαταράξουμε ἢ/καὶ νὰ ἀνατρέψουμε γιὰ πονηροὺς σκοποὺς καὶ μὲ ἀθέμιτους τρόπους τὴ μεταξύ τους φυσικὴ σχέση καὶ ἰσορροπία, ποὺ ἔχει ρυθμιστεῖ μὲ τὸν καλύτερο τρόπο ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Θεό.
Mπορεῖ νὰ πῇ κάποιος, κάνοντας μιὰ ἁπλὴ πρώτη προσέγγιση, ὅτι τὰ ντετερμινιστικὰ μοιάζουν νὰ ἀποτελοῦν τὸ σταθερὸ στίβο, μέσα στὸν ὁποῖο πρέπει νὰ ἀγωνιστοῦν τὰ στοχαστικά.
Στὴν πραγματικότητα, ὅμως, τὰ πράγματα εἶναι πολὺ πιὸ πολύπλοκα, διότι τὰ πρῶτα ἀλληλεπιδροῦν μὲ τὰ δεύτερα μὲ πολλοὺς καὶ διάφορους τρόπους ποὺ ξεπερνοῦν, τίς περισσότερες φορές, τόσο τὴν ἱκανότητα διάκρισης, ὅσο καὶ τὴ γνωστικὴ δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ στίβος, λοιπόν, αὐτὸς οὔτε σταθερὸς εἶναι, οὔτε καθαρὰ ντετερμινιστικός, οὔτε, ὅμως, καὶ αὐτὸ ποὺ ἀγωνίζεται ἐντός του μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ὅτι εἶναι ἀπόλυτα στοχαστικό, καθὼς φέρει μέσα του καὶ τὸ ντετερμινιστικὸ στοιχεῖο.
Μιὰ ἁπλὴ παρατήρηση τῆς πορείας μιᾶς συζήτησης μεταξὺ δυὸ ἀνθρώπων ἢ ἑνὸς ἀθλητικοῦ γεγονότος μπορεῖ νὰ μᾶς τὸ δείξει αὐτό.
Ὁμοίως, ἡ θέληση καὶ ἡ κρίση τοῦ ἀνθρώπου, περιέχουν μέσα τους τόσο στοχαστικὰ (π.χ. σὲ ἕνα βαθμὸ ἡ ἐλευθερία ἐπιλογῆς), ὅσο καὶ αἰτιοκρατικὰ στοιχεῖα (π.χ. κληρονομικοὶ καὶ οἰκογενειακοὶ παράγοντες, περιορισμοὶ στὶς ἐπιλογές).
Τὸ κέντρο βάρους τους, ὅμως, παρατηρεῖται ὅτι βρίσκεται πολὺ πιὸ κοντὰ σὲ ἐκεῖνο ποὺ ἐμεῖς βλέπουμε καὶ χαρακτηρίζουμε ὡς στοχαστικότητα.
Καὶ αὐτὸ τὸ ἔχει ρυθμίσει ὁ Θεὸς μὲ τέτοιο τρόπο, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ προσδίδῃ κάθε στιγμὴ στὴν κρίση καὶ τὴ θέληση τοῦ κάθε ἀνθρώπου τὴν ἀληθινὴ ἐλευθερία, μέσα στὰ πλαίσια τῆς φύσης του, τῆς πραγματικότητας καὶ τῆς ἐλευθερίας τῆς θέλησης τῶν ἄλλων.
Ἀξίζει νὰ σημειωθῇ ἐδῶ ὅτι ἡ γνωστικὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ ξεπερνᾷ κατὰ ἀφάνταστα πολὺ τὴν ἀντίστοιχη γνωστικὴ δύναμη τοῦ «δαίμονα» τοῦ Λαπλάς, διότι ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεὸς εἶναι σὲ θέση νὰ προβλέπῃ τὴν ἐξέλιξη, ὄχι μόνο τῶν χαοτικῶν καὶ μή, αἰτιοκρατικῶν διαδικασιῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν στοχαστικῶν, μαζὶ μὲ αὐτὴν τὴν ἀπίστευτα σύνθετη ἀλληλεπίδρασή τους, κάτι ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κάνει κανένα ἄλλο λογικὸ ὄν, εἴτε αὐτὸ ὀνομάζεται ἄνθρωπος, εἴτε Ἅγιος Ἄγγελος, εἴτε δαίμονας!
Ἔτσι, μποροῦμε νὰ θαυμάσουμε καὶ ἐμεῖς, μαζὶ μὲ τὸν Ψαλμωδό:
«ἐθαυμαστώθη ἡ γνῶσις σου ἐξ ἐμοῦ· ἐκραταιώθη, οὐ μὴ δύνωμαι πρὸς αὐτήν» Ψαλμὸς 138, 6
Καὶ μάλιστα, σὲ ὅλο αὐτὸ δὲ συνυπολογίσαμε τὴν «ἀόρατη» γιὰ ἐμᾶς Κτίση καὶ τοὺς Πνευματικοὺς νόμους...
________________________________
[1] Determinism -Wikipedia
[2] Πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ἡ σύγχρονη Ἐπιστήμη ἀνακάλυψε ὅτι ἡ ἴδια ἡ Φύσῃ βάζει περιορισμοὺς στὴν προσπάθειά μας νὰ γνωρίσουμε τὰ πράγματα π.χ. ἀρχὴ τῆς ἀπροσδιοριστίας τοῦ Heisenberg
[3] Ἐπιστημονικὴ ἐπανάσταση -Βικιπαίδεια
[4] μηχανοκρατία
[5] Laplace's demon -Wikipedia
[6] Stochastic -Wikipedia
Ἂν θέλουμε νὰ εἴμαστε πιὸ αὐστηροὶ ὡς πρὸς τοὺς ὁρισμούς, πρέπει νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ἔννοια τῆς «στοχαστικότητας» ἀναφέρεται στὴ δική μας προσπάθεια νὰ μοντελοποιήσουμε τὸ φαινόμενο, τὸ ὁποῖο φαίνεται ἀπὸ τοὺς πολλοὺς ὅτι χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν «τυχαιότητα».
Πολλοὶ μὲ τὸν ὅρο «στοχαστικότητα» ἐννοοῦν τὸ ἴδιο τὸ φαινόμενο ἢ τὴν ἰδιότητα ποὺ παρουσιάζεται ὡς «τυχαιότητα».
[7] Brownian motion -Wikipedia
[8] Τὸ παραπάνω ἐπιστημονικὸ κόλλημα, ὁδήγησε πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς στὸ νὰ ἐπιχειρήσουν νὰ μεταφέρουν τίς μεθόδους τῶν Θετικῶν Ἐπιστημῶν στὴν ἐπιστήμη τῆς Ψυχολογίας, μὲ σκοπὸ νὰ βροῦν τοὺς νόμους ποὺ τὴν διέπουν, κάτι ποὺ στέφθηκε μὲ πολὺ μεγάλη ἀποτυχία.
Ὁ Θεὸς ἄφησε ἐπίτηδες νὰ δεχτοῦν «χαστούκια» ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἐπιστημονικὴ σκέψη τους καὶ σὲ αὐτό, ὅπως καὶ ἐπέτρεψε νὰ δεχτοῦν «σφαλιάρες» καὶ μέσῳ τῆς θεωρίας τῆς Σχετικότητας καὶ τῆς Κβαντομηχανικῆς, ὥστε νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὴν ταπείνωση.
Καὶ αὐτό, διότι ὁ Θεὸς εἶναι:
«δρασσόμενος τοὺς σοφοὺς ἐν τῇ πανουργὶᾳ αὐτῶν» Πρὸς Κορινθίους Α' 3, 19
Μετὰ ἀπὸ τὰ «χαστούκια» αὐτά, οἱ θετικὲς ἐπιστημονικὲς βεβαιότητες ἀπέκτησαν καὶ ἀβεβαιότητες καὶ ἡ ἀπόλυτη ἐγκυρότητα τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης, ποὺ παρεῖχαν οἱ Θετικὲς Ἐπιστῆμες, ὅπως πίστευαν μέχρι τότε, σὲ σημεῖο νὰ νομίζουν ὅτι αὐτὲς πρέπει νὰ ἀποτελοῦν πρότυπο γιὰ ὅλες τίς ἄλλες Ἐπιστῆμες, ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὴν ἔννοια τῆς ἐπιστημονικῆς θεωρίας.
Ἔτσι, πλέον μιλᾶμε γιὰ τὴ θεωρία τῆς Σχετικότητας, γιὰ τὴ θεωρία τῆς Κβαντομηχανικῆς, γιὰ τὴ θεωρία τοῦ Ἠλεκτρομαγνητισμοῦ κ.ἄ. οἱ ὁποῖες μποροῦν νὰ ἐλεγχθοῦν κιόλας, γιὰ τὴν ἐγκυρότητά τους, μὲ βάση τὴ διαψευσιμότητά τους.
Ἀντίστοιχες ἐπιστημονικὲς «σφαλιάρες» ἀναμένεται νὰ πέσουν τὰ προσεχῆ χρόνια καὶ στοὺς χώρους τῆς Ἰατρικῆς, τῆς Φαρμακευτικῆς καὶ τῆς Βιολογίας, μέσα στοὺς ὁποίους παρατηρεῖται ὅτι πολλοὶ ἔχουν πάρει τὴ σκυτάλη τῆς ἐπιστημονικῆς ἔπαρσης.
Πνευματικός...νόμος!
Γιατί καὶ ὁ Πνευματικὸς κόσμος ἔχει καὶ τὴ δική του αἰτιοκρατία...
[9] στοχάζομαι -Ancient Greek (LSJ)
[10] Chaos theory -Wikipedia
__________________________________
Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ
Μέρος Β;