Ἅγιος Παΐσιος: «Ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε»
– Γέροντα, ἡ ἀγανάκτηση προέρχεται ἀπὸ ἐγωισμό;
– Ὄχι πάντοτε. Ὑπάρχει καὶ δίκαιη, θεία, ἀγανάκτηση. Ὁ Προφήτης Μωυσῆς τὶς πλάκες μὲ τὶς ἐντολὲς κρατοῦσε στὰ χέρια του καί, ὅταν εἶδε τοὺς Ἰσραηλίτες νὰ θυσιάζουν στὸ χρυσὸ μοσχάρι, τὶς πέταξε κάτω ἀπὸ θεία ἀγανάκτηση καὶ τὶς ἔσπασε[1].
Πρὶν ἀνεβῆ στὸ ὄρος Χωρήβ[2], γιὰ νὰ πάρη τὶς ἐντολές, τοὺς εἶχε πεῖ τί ἔπρεπε νὰ κάνουν μέχρι νὰ γυρίση. Ὕστερα καὶ οἱ ἴδιοι ἔβλεπαν τὰ ἀστροπελέκια στὸ Χωρήβ, ἀλλά, ἐπειδὴ ἄργησε νὰ ἐπιστρέψη, ἔψαχναν γιὰ θεό. Πῆγαν στὸν Ἀαρὼν καὶ τοῦ εἶπαν:
«Ὁ Μωυσῆς δὲν ξέρουμε τί ἔγινε. Ποιός θὰ μᾶς ὁδηγήση τώρα; Σήκω καὶ φτιάξε μας θεούς, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσουν».
Ὁ Ἀαρὼν ἀντιστάθηκε στὴν ἀρχή, ἀλλὰ μετὰ ὑποχώρησε. Κοπίασαν λοιπόν, ἔφτιαξαν ἕνα καμίνι, ἔρριξαν μέσα ὅλα τὰ χρυσαφικὰ ποὺ τοὺς εἶχαν δώσει οἱ Αἰγύπτιοι, πρὶν φύγουν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο[3], καὶ ἔκαναν ἕνα ὁλόκληρο χρυσὸ μοσχάρι. Τὸ ἔστησαν ἐπάνω σὲ ἕναν βράχο καὶ ἄρχισαν νὰ πίνουν καὶ νὰ γλεντοῦν. «Αὐτὸ θὰ μᾶς ὁδηγήση», ἔλεγαν.
Τότε ὁ Θεὸς εἶπε στὸν Μωυσῆ: «Κατέβα γρήγορα, γιατὶ ὁ λαὸς ἀποστάτησε».
Καθὼς λοιπὸν κατέβαινε ὁ Μωυσῆς ἀπὸ τὸ Σινᾶ, ἄκουσε φωνές. Τοῦ λέει ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ ποὺ τὸν περίμενε λίγο πιὸ κάτω:
«Τί γίνεται; ἦρθαν οἱ ἀλλόφυλοι!».
«Αὐτὲς οἱ φωνὲς δὲν εἶναι ἀπὸ πόλεμο· γλέντια εἶναι», τοῦ λέει ὁ Μωυσῆς.
Πλησιάζουν καὶ τί νὰ δοῦν! Αὐτοὶ εἶχαν χαρές, γιατὶ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε τὸ μοσχάρι στὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας! Βλέπεις, ἦταν χρυσό!...
Ὁπότε ἀγανάκτησε ὁ Μωυσῆς καὶ ἔρριξε κάτω τὶς πλάκες μὲ τὶς ἐντολὲς καὶ τὶς ἔσπασε.
Ἕνας πνευματικὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ νευριάση, νὰ ἀγανακτήση καὶ νὰ φωνάξη, ἀλλὰ γιὰ θέματα σοβαρά, πνευματικά. Δὲν ἔχει ὅμως κακία μέσα του οὔτε κάνει κακὸ στὸν ἄλλον.
«Ὀργίζεσθε καὶ μὴ ἁμαρτάνετε»[4], δὲν λέει ὁ Δαβίδ;
Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Ε' «Πάθη καὶ άρετές»
________________________________
[1] Βλ. Ἔξ. 32, 1-24.
[2] Ὀνομασία τοῦ ὄρους Σινᾶ, ἡ ὁποία συναντᾶται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη.
[3] Βλ. Ἔξ. 11, 1-3 καὶ 12, 36-37. Οἱ Ἰσραηλίτες, λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἔξοδό τους ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, εἶχαν δανεισθῆ κατ᾿ ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς Αἰγυπτίους σκεύη ἀσημένια καὶ χρυσὰ καὶ ἱματισμό. Αὐτὰ δὲν τὰ ἐπέστρεψαν, γιατὶ στὴν συνέχεια θανατώθηκαν τὰ πρωτότοκα τῶν Αἰγυπτίων καὶ ὁ Φαραὼ φοβήθηκε καὶ τοὺς ἔδιωξε ἀμέσως ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο.
[4] Ψαλμ. 4, 5.