Το Όραμα του Γέροντος Σωφρονίου, μαθητού του Οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ
ΤΟ ακόλουθο φοβερό όραμα αποκαλύπτει με ενάργεια το μεγάλο όφελος και την σωτηρία που προκύπτει από την μελέτη εποικοδομητικών βιβλίων, όπως επίσης και το μίσος των δαιμόνων εναντίον τους, αφού τα βιβλία αυτά αποκαλύπτουν τις παγίδες και τις μεθοδείες τους. Το όραμα το είδε εδώ κι εκατό περίπου χρόνια ένας ευλαβής Ηγούμενος της Μονής Νεάμτς, που ιδρύθηκε απ᾿ τον οσιώτατο Παΐσιο Βελιτσκόφσκυ.
Μερικά χρόνια μετά την κοίμηση του οσίου Παϊσίου, η αυστηρότητα της ζωής στο Μοναστήρι άρχισε να χαλαρώνει, αφ᾿ ενός επειδή το Μοναστήρι είχε αποκτήσει πολύ πλούτο, και αφ᾿ ετέρου επειδή είχε δοθεί μεγάλη ελευθερία στους κοσμικούς ανθρώπους που το επισκέπτονταν.
Μερικοί έρχονταν με όλη την οικογένειά τους για να μείνουν στο Μοναστήρι δύο – τρεις μήνες κατά την διάρκεια του καλοκαιριού και περνούσαν τον καιρό τους με διάφορες κοσμικές διασκεδάσεις. Οι Μοναχοί έγιναν αμελείς στα καθήκοντά τους και πρόσεχαν περισσότερο τ᾿ αμπέλια και τους κήπους του Μοναστηριού. Ενας απ᾿ τους μαθητές του οσιωτάτου Παϊσίου, ο Σωφρόνιος, που εκείνη την εποχή ήταν Ηγούμενος, ήταν αυστηρός ασκητής και πνευματικός άνθρωπος.
***
ΜΙΑ νύχτα, νομίζοντας πως πλησίασε να ξημερώσει, ο Σωφρόνιος βγήκε απ᾿ την πύλη του Μοναστηριού και κοίταξε προς την εξωτερική πύλη, εκεί που σήμερα βρίσκεται το αγίασμα. Εκεί είδε έναν άνθρωπο που ήταν μαύρος στην όψη και φοβερός στο θέαμα. Φορούσε στρατιωτικό μανδύα και φώναζε δυνατά, όπως κάνουν οι αξιωματικοί όταν δίνουν διαταγές στους στρατιώτες. Τα μάτια του ήταν κόκκινα και γυάλιζαν σαν φλόγες. Το στόμα του ήταν σαν των πιθήκων και τα δόντια του εξείχαν απ᾿ αυτό. Στην μέση του ήταν περιτυλιγμένο ένα τεράστιο φίδι, του οποίου το κεφάλι κρεμόταν προς τα κάτω κι απ᾿ το στόμα του έβγαινε η γλώσσα σαν ξίφος. Στους ώμους του είχε συρίτια που είχαν το σχήμα κεφαλών φιδιών και στο κεφάλι του φορούσε ένα καπέλο απ᾿ όπου ξεπρόβαλαν φαρμακερά φιδια και τυλίγονταν σαν μαλλιά γύρω απ᾿ το λαιμό του.
Μόλις ο Γέροντας Σωφρόνιος αντίκρυσε ολ᾿ αυτά, πέτρωσε από φόβο. Μετά από λίγο που συνήλθε κάπως, ρώτησε τον άρχοντα αυτόν του σκότους τι γύρευε τέτοια ώρα στον περίβολο του Μοναστηριού.
— Είναι δυνατόν να μην ξέρεις ότι εγώ δίνω διαταγές εδώ στο Μοναστήρι σου; απάντησε ο μαύρος.
— Εμείς δεν έχουμε στρατό εδώ κι η πατρίδα μας διανύει περίοδο απόλυτης ειρήνης, είπε ο Ηγούμενος.
— Τότε, συνέχισε ο μαύρος δαίμονας, μάθε πως εμένα μ᾿ έστειλαν εδώ οι αόρατοι άρχοντες του σκότους και βρισκόμαστε εδώ για να εγείρουμε πόλεμο εναντίον της μοναχικής τάξης. Όταν κατά την κουρά σας δίνετε τους Μοναχικούς σας όρκους, δηλώνετε ότι θα μας πολεμάτε και θα μας προξενείτε πολλές πληγές με το πνευματικό σας οπλοστάσιο. Πολλές φορές αναγκαζόμαστε να υποχωρούμε με ντροπή, γιατί η φλόγα της προσευχής σας μας καίει. Τώρα όμως δε σας φοβόμαστε, ιδιαίτερα μετά τον θάνατο του Παϊσίου, του Ηγουμένου σας. Εκείνος μας τρόμαζε και υποφέραμε πολύ στα χέρια του. Από τότε ακόμα που ήρθε εδώ απ᾿ το Άγιον Όρος μαζί με εξήντα άλλους Μοναχούς, εμένα μ᾿ έστειλαν εδώ με εξήντα χιλιάδες στρατιώτες μας για να τον σταματήσουμε. Όσο καιρό είχε αυτός την ηγουμενία δεν μπορούσαμε να ησυχάσουμε. Παρ᾿ όλους τους πειρασμούς, τα τεχνάσματα και τις μεθοδείες μας εναντίον εκείνου και των Μοναχών του, δεν καταφέρναμε τίποτα. Και ταυτόχρονα δεν μπορεί να διηγηθεί ανθρώπινη γλώσσα τις φοβερές οδύνες, τις ταλαιπωρίες και τις δοκιμασίες που υποστήκαμε κατά τη διάρκεια της διαμονής αυτού του ανθρώπου εδώ. Ήταν ένας έμπειρος στρατιώτης και η στρατηγική του μας εύρισκε πάντα εκτός θέσης.
Μετά το θάνατό του όμως τα πράγματα άλλαξαν κάπως και μπορέσαμε ν᾿ αποδεσμεύσουμε απ᾿ το φρούριο δέκα χιλιάδες δικούς μας. Έτσι μείναμε εδώ πενήντα χιλιάδες. Όταν οι Μοναχοί άρχισαν ν᾿ αμελούν τον κανόνα τους και να ενδιαφέρονται περισσότερο για τους αγρούς, τα κτίρια και τ᾿ αμπέλια, απαλλάξαμε άλλους δέκα χιλιάδες απ᾿ τα καθήκοντά τους εδώ και οι υπόλοιποι σαράντα χιλιάδες μείναμε για να συνεχίσουμε τις προσβολές μας. Λίγα χρόνια αργότερα, μερικοί απ᾿ τους Μοναχούς αποφάσισαν ν᾿ αλλάξουν το τυπικό του Παϊσίου, διαφώνησαν μεταξύ τους και μερικοί έφυγαν. Στο μεταξύ δόθηκε άδεια σε λαϊκούς να νοικιάζουν δωμάτια στο Μοναστήρι κι όταν μάλιστα έφεραν και τις γυναίκες τους μέσα, κάναμε γιορτή για τη νίκη μας και μειώσαμε το στρατό μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμα. Αργότερα που άνοιξαν και τα σχολεία για νεαρά αγόρια ο πόλεμος πλησίασε προς το τέλος πιά και μπορέσαμε να μειώσουμε τις δυνάμεις μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμα, αφήνοντας εδώ μόνο είκοσι χιλιάδες δικούς μας για να επιβλέπουν τους Μοναχούς.
***
Μόλις ο Γέροντας Σωφρόνιος άκουσε ολ᾿ αυτά αναστέναξε μέσα του και ρώτησε το μαύρο δαίμονα:
— Τι ανάγκη έχετε να μένετε ακόμα στο Μοναστήρι αφού βλέπετε, όπως και ο ίδιος ομολογείς, πως οι Μοναχοί έχουν παραιτηθεί απ᾿ τον πόλεμο; Τι άλλη δουλειά έμεινε ακόμα εδώ για σας;
Και κείνος ο παγκάκιστος, εξαναγκασμένος από την δύναμη του Θεού, αποκάλυψε το μυστικό του.
— Είναι αλήθεια πως δεν υπάρχει κανένας πιά να μας πολεμήσει όπως παλιά, αφού η αγάπη έχει ψυχραθεί κι έχετε προσκολληθεί σ᾿ επίγειες και κοσμικές υποθέσεις. Υπάρχει όμως κάτι ακόμα στο Μοναστήρι που μας ενοχλεί και μας ανησυχεί. Είναι αυτά τα κουρελόχαρτα, τα βιβλία – στον όλεθρο να πάνε! – που έχετε στη βιβλιοθήκη σας. Ζούμε με το φόβο και τον τρόμο μήπως κάποιος απ᾿ τους νεωτέρους Μοναχούς τα πιάσει στα χέρια κι αρχίσει να τα διαβάζει. Μόλις αρχίσουν να διαβάζουν τα καταραμένα αυτά κουρελόχαρτα, μαθαίνουν την αρχαία ευλάβεια κι εχθρότητά σας εναντίον μας κι οι νεαροί αρχάριοι ξεσηκώνονται. Μαθαίνουν απ᾿ αυτά πως οι παλιοί χριστιανοί, Μοναχοί και λαϊκοί, συνήθιζαν να προσεύχονται αδιάλειπτα, να νηστεύουν, να εξετάζουν και να εξαγορεύονται τους λογισμούς, ν᾿ αγρυπνούν και να ζουν σαν ξένοι και παρεπίδημοι σ᾿ αυτόν τον κόσμο.
Μετά, απλοϊκοί όπως είναι, αρχίζουν να θέτουν τις ανοησίες αυτές σ᾿ εφαρμογή. Ακόμα παίρνουν στα σοβαρά όλη την Αγία Γραφή. Μας βρίζουν και ωρύονται εναντίον μας σαν άγρια θηρία. Αρκεί να σου πω, πως ένας απ᾿ αυτούς τους ανοήτους θερμοκέφαλους είναι αρκετός για να μας διώξει όλους από εδώ. Είναι τόσο ανηλεείς κι ασυμβίβαστοι εναντίον μας όσο κι ο θανατωμένος αρχηγός σας (ο Σωτήρας). Επί τέλους έχουμε τόσο ειρήνη και ηρεμία μαζί σας. Αυτά τα αποκαλούμενα πνευματικά βιβλία σας όμως είναι μια διαρκής πηγή εχθρότητας και ταραχής. Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε ειρήνη; Γιατί εσείς δεν διαβάζετε τα βιβλία μου; Δεν είναι κι αυτά πνευματικά; Κι εγώ πνεύμα δεν είμαι; Κι εγώ εμπνέω ανθρώπους να γράφουν βιβλία. Δεν φτάνει παρά να πέσει ένα απ᾿ αυτά τα παλιόχαρτα, που τα λέτε περγαμηνές, στα χέρια ενός απλού και ανοήτου κι αρχίζει εκ νέου καινούργιος πόλεμος κι αναγκαζόμαστε να φεύγουμε και ν᾿ αρπάζουμε πάλι τα όπλα εναντίον σας.
***
Ανήμπορος πιά να κρατήσει σιωπή, ο φτωχός Ηγούμενος τον ρώτησε:
— Ποιό είναι το μεγαλύτερο όπλο σας εναντίον των Μοναχών στους καιρούς μας;
Και κείνος απάντησε:
— Όλο το ενδιαφέρον μας σήμερα στρέφεται στο να κρατήσουμε τους Μοναχούς και τις Μοναχές μακριά από πνευματικές ενασχολήσεις, ιδιαίτερα δε από την προσευχή και την μελέτη αυτών των καπνισμένων βιβλίων. Γιατί δεν δαπανάτε περισσότερο χρόνο στη φροντίδα των κήπων και των αμπελιών, στο ψάρεμα, στα σχολεία για τους νέους, στη φιλοξενία όλων αυτών των καλών ανθρώπων που έρχονται εδώ το καλοκαίρι για καθαρό αέρα και υγιεινό νερό; Οι Μοναστές που ασχολούνται με τέτοια πράγματα πιάνονται στα δίχτυα μας όπως οι μύγες στον ιστό της αράχνης. Ως ότου όλα τα βιβλία καταστραφούν ή φθαρούν απ᾿ το χρόνο, δε θα ειρηνέψουμε. Είναι σαν σαΐτες και βέλη για μας.
Δεν είχε καλά καλά τελειώσει τα λόγια αυτά και σήμανε το σήμαντρο για την Ακολουθία του Όρθρου. Ο αρχηγός των δαιμόνων εξαφανίστηκε αμέσως σαν καπνός. Ο Γέροντας ξεκίνησε με μεγάλο πόνο ψυχής, εξαιτίας των αποκαλύψεων αυτών, και μπήκε στην Εκκλησία.
Όταν μαζεύτηκαν οι Μοναχοί τους διηγήθηκε με δάκρυα στα μάτια όλα όσα είδε κι άκουσε κατά την διάρκεια της φοβερής αυτής οπτασίας. Και μετά έδωσε εντολή να καταγραφούν όλα αυτά, για να ωφεληθούν οι επιγενόμενοι.
Πηγή: Όσιος Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ, Μετάφραση-Επιμέλεια Πέτρου Μπότση, Αθήνα 2000, Σελ. 257.
Πηγή: https://iconandlight.wordpress.com/