ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΤΡΙΤΗ 20 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2024
Ὁ Ἅγιος Λέων ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Κατάνης
Οἰ μὲν νεκρὸς Λέοντος, εἶ δ' οἵου πύθῃ,
Πάντως ἐροῦμεν. Τοῦ προέδρου Κατάνης.
Εἰκάδι ἀμφὶ Λέοντα χυτὴν ἐπὶ γαῖαν ἔχευσαν.
Ὁ Ἅγιος Λέων γεννήθηκε στὴ Ραβέννα τῆς Ἰταλίας ἀπὸ γονεῖς εὐλαβεῖς καὶ εὐγενεῖς. Ἀφοῦ σπούδασε, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ Ραβέννα καὶ ἀργότερα ἐξελέγη γιὰ τὴν καθαρότητα καὶ πνευματικότητα τοῦ βίου αὐτοῦ Ἐπίσκοπος Κατάνης τῆς Σικαλίας.
Ἔγινε προστάτης τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν χηρῶν, δίδασκε καὶ νουθετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔκτισε τὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Λουκίας († 13 Δεκεμβρίου). Ὁ Ἅγιος διακρίθηκε, ἐπίσης, γιὰ τοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν αἱρετικῶν, τοὺς ὁποίους νίκησε καὶ ντρόπιασε ὄχι μόνο μὲ λόγια ἀλλὰ καὶ μὲ κείμενα.
Ὁ Ἄγιος Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Καὶ τὸν μάγο Ἡλιόδωρο ποὺ εἶχε πλανέψει πολλοὺς μὲ μαγεῖες, μετὰ ἀπὸ προσευχὴ τὸν κατέκαψε μὲ τὴ φωτιά, ἐπειδὴ καυχιόταν ὅτι μποροῦσε νὰ κάνει τὰ πάντα καὶ ὅτι δὲν φοβόταν τὴ φωτιά. Βλέποντας οἱ πιστοὶ τὸ θαῦμα αὐτὸ καταπλάγηκαν. Ἀμέσως τὸ περιστατικὸ αὐτὸ διαδόθηκε στὴ Βασιλεύουσα. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὁ Ἅγιος προσκλήθηκε ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς Λέοντα Δ’ (775 – 780 μ.Χ.) καὶ Κωνσταντῖνο ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.) στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀξιώθηκε πολλῶν τιμῶν.
Ὁ Ἅγιος Λέων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 785 μ.Χ. καὶ τὸ σεπτὸ λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Λουκίας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἱερέων ἀκρότης εὐσέβειας διδάσκαλος, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Ἱεράρχα πανόλβιε· ἠθῶν γὰρ οὐρανίων τῷ φωτί, τοῦ Πνεύματος πλουτήσας τὴν ἰσχύν, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας καὶ τὰς ψυχὰς, Λέον τῶν προσιόντων σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν ἀπὸ βρέφους Κυρίῳ ἀνατεθέντα, καὶ ἐκ σπαργάνων τὴν χάριν ἀνειληφότα, πάντες τοῖς ᾄσμασι στεφανώσωμεν, Λέοντα τὸν φωστῆρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ πρόμαχον· αὐτῆς γὰρ ὑπάρχει τὸ στήριγμα.
Μεγαλυνάριον.
Ἔφριξαν ἰδόντες σε ἐν φλογί, ἱστάμενον Πάτερ, ὡς ἐν κήπῳ ἀειθαλεῖ, τὸν δὲ μάγον ὥσπερ, κηρὸν διαλυθέντα, οἱ εὐσεβεῖς ὦ Λέον, Θεὸν δοξάζοντες.
Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων Πάπας Ρώμης
Ῥώμης Ἀγάθων οἴακας διευθύνας,
Πρύμναν ἔκρουσε πρὸς νοητοὺς λιμένας.
Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων καταγόταν ἀπὸ τὸ Παλέρμο τῆς Ἰταλίας. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του δίδαξαν σὲ αὐτὸν κάθε γραφὴ θεόπνευστη καὶ ὠφέλιμη. Μετὰ τὸν θάνατό τους συγκέντρωσε ὅλο τὸν πλοῦτο του καὶ τὸν μοίρασε στοὺς πτωχούς. Ὁ ἴδιος, ἀφοῦ ἀναχώρησε καὶ ἡσύχαζε σὲ μοναστήρι, ἐκάρη μοναχὸς καὶ ὑπηρετοῦσε τὸν Θεὸ προσευχόμενος νύχτα καὶ ἡμέρα ὑπὲρ τοῦ σύμπαντος κόσμου. Τόσο πολὺ δὲ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν ἀρετή, ὥστε ἔλαβε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὸ χάρισμα νὰ κάνει θαύματα.
Ἐπειδὴ ὅμως ἡ ἀρετὴ δὲν διαφεύγει τῆς προσοχῆς, ἔγινε καὶ Πάπας τῆς Ρώμης τὸ ἔτος 678 μ.Χ. καὶ ἔλαβε ἐνεργὸ μέρος στὴν ΣΤ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἀποστέλλοντας τρεῖς ἀντιπροσώπους καὶ τρεῖς Ἐπισκόπους τῆς Ἰταλίας. Ἡ Σύνοδος αὐτή, συνῆλθε τὸ ἔτος 680 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ καταδικάσει τὴν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν. Μεταξὺ τῶν καταδικασθέντων ἦταν καὶ ὁ προκάτοχος τοῦ Ἁγίου Ἀγάθωνος
Ἐπίσκοπος Ρώμης Ὀνώριος Α’ (625 – 638 μ.Χ.)
Ὁ Ἅγιος Ἀγάθων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 682 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος Βησσαρίων ὁ Θαυματουργός
Πολλῶν ἱδρώτων καὶ πόνων Βησσαρίων,
Πολλὰς θανὼν εὕρηκεν ἀντιμισθίας.
Ὁ Ὅσιος Βησσαρίων γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο καὶ ἔζησε περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου καὶ ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰῶνα μ.Χ. Διῆλθε τὸ βίο του στὴν ἔρημο τῆς Αἰγύπτου ὡς ἀσκητής. Ποτὲ δὲν ἀπέκτησε ἕνα ἔνδυμα. Ἐπὶ σαράντα ἡμέρες καὶ νύχτες στάθηκε ἀκλόνητος σὲ ἀκανθῶδες θάμνους, σὰν στῦλος, γιὰ νὰ ὑπερνικήσει τὸν ὕπνο, ἔχοντας τὰ χέρια καὶ τὸ βλέμμα στραμμένα πρὸς τὸν οὐρανό, τὴν δὲ ψυχή του ἑνωμένη μὲ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς τὸν τίμησε μὲ τὴν χάρη καὶ εὐλογία του, ἀφοῦ ἐπιτέλεσε μεγάλα θαύματα.
Τὰ Συναξάρια περιέχουν πολλὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου. Ἔτσι ἀναφέρεται ὅτι ἔστησε τὸν ἥλιο καὶ ὅτι διερχόταν τοὺς ποταμοὺς χωρὶς νὰ βρέχεται, ὅπως ὁ Ἐλισσαῖος διέβη τὸν Ἰορδάνη καὶ ὅπως ὁ Προφήτης Ἠλίας κατεβίβασε βροχὴ καὶ πότισε τὴν διψασμένη καὶ ἄνυδρη γῆ.
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων, ἀφοῦ ἔφθασε σὲ βαθὺ γῆρας, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται, ἐπίσης στὶς 6 Ἰουνίου καὶ στὶς 29 Νοεμβρίου.
Ὁ Ἅγιος Σαδὼκ ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Περσίδος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἑκατὸν εἴκοσι ὀκτὼ τελειωθέντες
Φέρει σὺν ὀκτὼ καὶ Σαδὼκ Ἐπισκόπῳ,
Ἡ δωδεκαπλῆ Μαρτύρων δεκὰς ξίφος.
Ὁ Ἅγιος Σαδὼκ ἦταν Ἐπίσκοπος στὴν Περσίδα. Διδάσκοντας ὅμως στὸν λαὸ τὴν πίστη στὸν Χριστὸ καὶ πείθοντας πολλοὺς νὰ προσέλθουν στὸν Ζῶντα καὶ Ἀληθινὸ Θεό, προκάλεσε θυμὸ καὶ μεγάλη ὀργὴ στοὺς πυρολάτρες Μάγους, οἱ ὁποῖοι ἔστειλαν στρατιῶτες γιὰ νά τὸν συλλάβουν. Τὴν προηγούμενη ἡμέρα ὁ Ἅγιος εἶδε στὸν ὕπνο του τὸν προκάτοχό του Ἐπίσκοπο Ἱερομάρτυρα Συμεών, νὰ κάθεται σὲ μακριὰ σκάλα καὶ νὰ τὸν καλεῖ νὰ ἀνέβει κοντά του, λέγοντάς του ὅτι τὸν καλεῖ ὁ Βασιλεὺς καὶ Κύριος.
Αὐτὸ ὅμως φανέρωνε τὴν ἀνάβαση διὰ τοῦ μαρτυρίου. Μέχρις νὰ διηγηθεῖ αὐτὰ ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ ἔστειλαν στρατιῶτες οἱ Μάγοι, συνέλαβαν αὐτὸν καὶ τοὺς Χριστιανοὺς ποὺ βρίσκονταν μαζί του καὶ τοὺς ὁδήγησαν στὸν βασιλέα Σαπὼρ Β’ (311 – 380 μ.Χ), ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Ἀμέσως τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακή, τοὺς βασάνισαν καὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν τὸ 330 μ.Χ. Ἔτσι, οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἔλαβαν τὸ στέφανο τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Ὅσιος Κινδέος Ἐπίσκοπος Πισιδίας
Eκ γης ελήφθης και προς αυτήν εστράφης,
Γης δημιουργού τη κελεύσει Kινδέα.
Ὁ Ὅσιος Κινδέος ἢ Κινδαῖος ἦταν Ἐπίσκοπος Πισιδίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
Ὁ Ὅσιος Πλωτίνος
Tου Kυρίου φήσαντος, ήχθω Πλωτίνος,
Άγοντες ήκον Άγγελοι τον Πλωτίνον.
Ὁ Ὅσιος Πλωτίνος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀνιανός
Ὁ Ἅγιος Ἀνιανὸς ἀναφέρεται σὲ ἄλλους Συναξαριστὲς ὡς Ἀνίνας. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
Οἱ Ἅγιοι Δίδυμος, Νεμέσιος καὶ Ποτάμιος οἱ Μάρτυρες ἐκ Κύπρου
Οι Άγιοι Δίδυμος, Νεμέσιος και Ποτάμιος είναι τοπικοί Άγιοι της Κύπρου, που η μνήμη τους αναγράφεται στο Ρωμαϊκό Μαρτυρολόγιο. Απαριθμούνται από τον Κυπριανό, μεταξύ των μαρτύρων της Κυπριακής Εκκλησίας και από τον Delehaye μεταξύ της Αλεξανδρινής Εκκλησίας.
Ὁ Ἅγιος Εὐτρόπιος
Ὁ Ἅγιος Εὐτρόπιος ἑορτάζει στὶς 3 Μαρτίου ὅπου καὶ ὁ βίος του. Δὲν γνωρίζουμε γιατί ἐπαναλαμβάνεται ἡ μνήμη του σήμερα.
Αγία Αππία η μάρτυς
Δεν έχουμε λεπτομέρειες για τον βίο της Αγίας
Ἡ Ὁσία Μιλδρέδη ἐκ Βρετανίας
Ἡ Ὁσία Μιλδρέδη ἦταν θυγατέρα τοῦ βασιλέως Μέρεγουολ καὶ τῆς Ἐρμενμπούργκας, πριγκίπισσας τοῦ Κέντ. Ἀκολούθησε τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ ἐκάρη μοναχὴ στὴ μονὴ τοῦ Μίνστερ, ὅπου διετέλεσε καὶ ἡγουμένη, ἐγκατασταθεῖσα ὑπὸ τοῦ Θεοδώρου, Ἀρχιεπισκόπου Καντουαρίας, τοῦ ἐκ Ταρσοῦ τῆς Κιλικίας. Ἡ Ὁσία διακρίθηκε γιὰ τὴν πραότητα τοῦ χαρακτῆρος της καὶ τὴ φιλανθρωπική της δράση.
Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 700 μ.Χ.
Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Ὁσιομάρτυρας καὶ ὁ σὺν αὐτῷ ἀναιρεθέντες
Ὁ Ἅγιος Μακάριος ἦταν ἡγούμενος στὴ μονὴ Βάλαμο καὶ ἀνηρέθη μαζὶ μὲ 34 δόκιμους μοναχοὺς τῆς μονῆς ἀπὸ τοὺς Λατίνους τὸ ἔτος 1578.
Ὁ Ὅσιος Ἀγάθων ὁ Θαυματουργός
Ὁ Ὅσιος Ἀγάθων ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴ Μονὴ τῆς Μεγάλης Λαύρας τοῦ Κιέβου. Ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος καὶ τοῦ ἔδωσε τὴ δύναμη νά θαυματουργεῖ.
Ὁ Ὅσιος Ἀγάθων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ κανονικὴ πράξη τῆς ἀνακηρύξεώς του σὲ Ἅγιο ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Πέτρο Μογίλα, Μητροπολίτη Ρωσίας († 1 Ἰανουαρίου 1647), τὸ ἔτος 1643.
Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κορνήλιος γεννήθηκε τὸ ἔτος 1501 στὴ Ρωσία ἀπὸ εὔπορη καὶ εὐγενὴ οἰκογένεια. Ἔλαβε τὴν ἐκπαίδευσή του κοντὰ σὲ ἕνα γέροντα μοναχὸ στὴ μονὴ Μιρὸζ τοῦ Πσκώφ, στὴν ὁποία τὸν ἀπέστειλαν οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του.
Μετὰ τὸ πέρας τῶν σπουδῶν του ἀποφάσισε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ νὰ γίνει μοναχός. Τὴν ἀπόφασή του αὐτὴ πραγματοποίησε, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅταν ἐπισκέφθηκε τὴν Μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Πσκὼφ καὶ ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὴν κατανυκτικότητα τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν καὶ τὸ κάλλος τῆς φύσεως.
Σὲ ἡλικία 28 ἐτῶν ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς μονῆς καὶ μερίμνησε γιὰ τὴν κατὰ Θεὸ προκοπὴ καὶ αὔξηση αὐτῆς. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ὁ ἀριθμὸς τῶν μοναχῶν αὐξήθηκε ἀπὸ δεκαπέντε σὲ διακόσιους.
Παράλληλα ὁ Ὅσιος φρόντισε γιὰ τὴν ἀνακαίνιση τῆς μονῆς καὶ τὴν ἀνέγερση ναῶν ἐντὸς αὐτῆς καὶ καλλιέργησε τὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο τῆς μονῆς στοὺς λαοὺς τῶν Αἰστιῶν καὶ τῶν Σαετίων, ποὺ ζοῦσαν στὴν περιοχή. Διάδωσε τὴν Ὀρθοδοξία, ἔκτισε ναούς, πανδοχεῖα, ὀρφανοτροφεῖα καὶ οἰκοτροφεῖα γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς πτωχούς. Κατὰ τὴν διάρκεια φοβεροῦ λοιμοῦ στὴν περιοχὴ τοῦ Πσκὼφ ὁ Ὅσιος Κορνήλιος, μιμούμενος τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ἐλεήμονα, συμπαραστεκόταν στοὺς ἀσθενεῖς φροντίζοντάς τους, τοὺς κοινωνοῦσε καὶ ἔψαλλε τὴν ἐξόδιο Ἀκολουθία σὲ ἐκείνους ποὺ ἀπέθνῃσκαν. Κατέγραφε μάλιστα τὰ ὀνόματα τὸν κεκοιμημένων σὲ ἕνα βιβλίο, ποὺ τὸ ἀποκαλοῦσε «πρυμναία βίβλο» ἀπὸ τὸν συμβολισμὸ τῆς πρύμνης τοῦ πλοίου, καὶ τὰ μνημόνευε στὶς προσευχές του, ἀφοῦ τὸ βιβλίο αὐτὸ γιὰ τὸν Ὅσιο σήμαινε τὴ μνήμη τῶν κεκοιμημένων.
Κατὰ τὸν Λιβονικὸ πόλεμο ὁ Ὅσιος κήρυττε τὸν Χριστιανισμὸ στὶς κατεχόμενες πόλεις, ἀνήγειρε ναοὺς καὶ βοηθοῦσε γενναιόδωρα τοὺς Αἰστίους καὶ Λιβονούς, οἱ ὁποῖοι χειμάζονταν ἀπὸ τὸν πόλεμο. Μέσα στὴ μονὴ περιποιόταν μὲ αὐταπάρνηση τοὺς τραυματίες καὶ ἀκρωτηριασμένους, ἐνταφίαζε τοὺς νεκροὺς στὰ σπήλαια καὶ χάραζε τὰ ὀνόματά τους στὸ Συνοδικὸ τῆς μονῆς ὑπὲρ τῆς αἰωνίας μνήμης αὐτῶν.
Ἀκόμη καὶ στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις ὁ Ὅσιος δὲν δίστασε νὰ συμπαρασταθεῖ στοὺς πολεμιστές. Τὸ ἔτος 1570, εὐλόγησε τὰ Ρώσικα στρατεύματα ποὺ πολιορκοῦσαν τὴν πόλη τοῦ Θελὶν καὶ τὴν ἴδια μέρα οἱ πολιορκημένοι Γερμανοὶ παρέδωσαν πράγματι οἰκιοθελῶς τὴν πόλη.
Ἐπιπλέον, σὲ καιρὸ εἰρήνης, ὁ Ὅσιος Κορνήλιος ἀσχολήθηκε μὲ τὴν συγγραφὴ καὶ τὴ συλλογὴ βιβλίων γιὰ τὴν βιβλιοθήκη τῆς μονῆς.
Ἡ μονὴ τῶν Σπηλαίων ἀναδείχθηκε φάρος τῆς Ὀρθοδοξίας γιὰ τὸ Ρωσικὸ λαὸ καὶ προμαχώνας ἐναντίων τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν τῆς Ρωσίας. Ὅμως ὁ Ὅσιος ἔπεσε θύμα τῶν ἐσωτερικῶν ταραχῶν ποὺ ξέσπασαν στὴ χώρα καὶ ἀποκεφαλίσθηκε ἀπὸ τὸν τσάρο Ἰβὰν τὸν Τρομερὸ τὸ ἔτος 1570, σὲ ἡλικία 69 ἐτῶν, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τὸ Χρονικὸ ποὺ συνέταξε ὁ ἱεροδιάκονος Πιτιρίμ.
Ὁ τσάρος ἀμέσως ἀναγνώρισε ὅτι ὁ Ὅσιος ἔπεσε θύμα διαβολῆς καὶ συκοφαντιῶν καὶ ἀφοῦ μετανόησε μετέφερε ὁ ἴδιος τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ὁσίου Κορνηλίου στὴ μονή. Ὁ δρόμος τὸν ὁποῖο διήνυσε ὁ τσάρος φέροντας στὰ χέρια του τὸ ματωμένο λείψανο τοῦ Ὁσίου ὀνομάσθηκε «ὁδὸς τοῦ αἵματος». Τὸ ἱερὸ σκήνωμα ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, ὅπου καὶ παρέμεινε ἄφθορο ἐπὶ 120 χρόνια. Τὸ ἔτος 1690 ἀνεκομίσθη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Πσκὼφ καὶ Ἰζμπὸρκ Μάρκελλο στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Νέα ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων ἔγινε κατὰ τὰ ἔτη 1872 καὶ 1892, ὁπότε καὶ τὰ ἐναπέθεσαν ἐντὸς νέων θηκῶν.
Πηγὴ:http://www.saint.gr/02/20/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/2/d/20/sxsaintlist.aspx