ΤΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ - ΤΡΙΤΗ 16 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2024
Οἱ Ἁγίες Ἀγάπη, Εἰρήνη καὶ Χιονὶα οἱ Μάρτυρες
Eις την Aγάπην και Xιονίαν.
Χιὼν τὸ πῦρ ἦν τῇ Χιονίᾳ τάχα,
Οὗ συμμετασχεῖν ἠγάπησεν Ἀγάπη.
Eις την Eιρήνην.
Βέλος σε πέμπει πρὸς τὸν εἰρήνης τόπον,
Ἀφ' αἱμάτων σῶν ἐκμεθυσθὲν Εἰρήνη.
Χιονίην τ' Ἀγάπην ἐκκαιδεκάτῃ κατέκαυσαν.
Οἱ Ἁγίες Ἀγάπη, Εἰρήνη καὶ Χιονὶα μαρτύρησαν ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) στὴ Θεσσαλονίκη, τὸ ἔτος 304 μ.Χ. Στὸ Συναξάρι μαρτυρεῖται ὅτι οἱ τρεῖς ἀδελφές, πιθανῶς ἐνεργὰ μέλη μιᾶς ἀδελφότητας νέων Χριστιανῶν μὲ πλούσια βιβλιοθήκη, κατέφυγαν ἀμέσως μετὰ τὴν ἔναρξη τοῦ διωγμοῦ σὲ ὑψηλὸ ὄρος πλησίον τῆς Θεσσαλονίκης, πιθανῶς τὸ Χορτιάτη, ἀφοῦ ἔκρυψαν στὸ σπίτι τους τὰ βιβλία. Ἡ Ἀγάπη καὶ ἡ Χιονία, μετὰ ἀπὸ ἐντολὴ τοῦ διοικητοῦ Δουλκιτίου, ρίχθηκαν στὴν πυρά. Ἡ Ἁγία Εἰρήνη κλείσθηκε σὲ πορνεῖο, ἀλλὰ κανένας δὲν τόλμησε νὰ τὴν ἐνοχλήσει. Ὁδηγήθηκε καὶ αὐτὴ στὸν διὰ πυρᾶς θάνατο.
Τὰ ἱερὰ λείψανα ποὺ ἀπέμειναν ἀπὸ τὴν πυρὰ συνελέγησαν ἀπὸ εὐλαβεῖς Χριστιανοὺς καὶ ἐνταφιάσθηκαν δυτικὰ τῆς πόλεως, σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὰ τείχη. Ἐκεῖ ἀνεγέρθηκε ἕνας ναΐσκος στὴν ἀρχή, ποὺ ἀργότερα ἔγινε μεγαλύτερος. Στὶς Διηγήσεις τῶν Θαυμάτων τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἀναφέρεται ὡς τὸ «σεβάσμιον τέμενος» τῶν τριῶν Ἁγίων Μαρτύρων Χιονίας, Εἰρήνης καὶ Ἀγάπης.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς αὐτάδελφοι Κόραι καὶ οὐρανόφρονες, πρὸς εὐσεβείας ἀγῶνας ὁμονοοῦσαι καλῶς, τὸν ἀρχέκακον ἐχθρὸν κατεπαλαίσατε, Χιονὶα ἡ σεμνή, σὺν Ἀγάπῃ τῇ κλυτῇ, Εἰρήνη ἡ πανολβία. Καὶ νῦν Χριστὸν δυσωπεῖτε, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας ἔσοπτρα, φωτοειδῆ πεφυκυῖται, νοερῶς ἠστράψατε, ἀθλητικὰς λαμπηδόνας, πᾶσαν μὲν, τὴν Ἐκκλησίαν ἀγλαϊζούσας, νύκτα δέ, τῶν νοσημάτων ἀπελαυνούσας, Χιονία καὶ Ἀγάπη, σὺν τῇ Εἰρήνῃ, Χριστοῦ κειμήλια.
Μεγαλυνάριον.
Μύρῳ αἱ νεάνιδες αἱ σεμναί, Ἀγάπη Εἰρήνη, Χιονία τοῦ Ἰησοῦ, κατακολουθοῦσαι, τὰ αἵματα ὡς μύρα, προσέφερον Κυρίῳ, ὡς καλλιπάρθενοι.
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Νεομάρτυρας ὁ Βουρλιώτης
Bαφείς Mιχαήλ τω λύθρω σων αιμάτων,
Λευκός δέδειξαι ως χιών αθληφόρε.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ γεννήθηκε στὴν κωμόπολη Βουρλᾶ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἐργαζόταν στὴ Σμύρνη ὡς χαλκουργός. Σὲ ἡλικία δέκα ὀκτὼ ἐτῶν ἀπατήθηκε ἀπὸ κάποιον Τοῦρκο καφεπώλη καὶ ἐξισλαμίσθηκε. Ἦταν τὸ Α’ Σάββατο τῶν νηστειῶν, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Κατὰ τὴ λαμπροφόρο ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως, ὅταν ἄκουσε τοὺς Χριστιανοὺς νὰ ψάλλουν τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση, ἦλθε στὸν ἑαυτό του καὶ συναισθάνθηκε τὸ ἁμάρτημά του. Ἔτσι ἐγκατέλειψε τὸ καφενεῖο, ὅπου ἐργαζόταν καὶ ἀκολούθησε τοὺς πιστοὺς συμψάλλοντας μαζί τους, τοὺς ὕμνους τῆς Ἀναστάσεως.
Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ἦλθε ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν: «Ἐὰν κάποιος γελασθεῖ καὶ δώσει χρυσάφι καὶ πάρει μολύβι, δὲν εἶναι νόμιμο νὰ δώσει πίσω τὸ μολύβι καὶ νὰ πάρει τὸ χρυσάφι ποὺ ἔδωσε, ἀφοῦ ἡ ἀλλαγὴ δὲν ἦταν δίκαιη καὶ δὲν ἔγινε μὲ γνώση, ἀλλὰ μὲ ἀπάτη καὶ ἀγνωσία;». Ὁ κριτὴς ἀπάντησε καταφατικά. Τότε ὁ Ἅγιος συνέχισε λέγοντας: «Τότε, λοιπόν, πᾶρε ἐσὺ πίσω τὸ μολύβι ποὺ μοῦ ἔδωσες, ἀντὶ χρυσάφι, δηλαδὴ τὴν δική σου θρησκεία καὶ ἐγὼ παίρνω πίσω τὸ χρυσάφι ποὺ σοῦ ἔδωσα, δηλαδὴ τὴν πίστη τῶν πατέρων μου».
Οἱ Τοῦρκοι θαύμασαν τὴν παρρησία τοῦ Μάρτυρα καὶ προσπάθησαν μὲ κολακεῖες καὶ μεγάλες ὑποσχέσεις νὰ μεταστρέψουν τὴν πίστη του. Προσέκρουσαν ὅμως στὴν πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ εὐσέβεια τοῦ Μάρτυρος. Γι’ αὐτὸ τὸν ἔκλεισαν στὴ φυλακή. Ἀργότερα τὸν ὁδήγησαν καὶ πάλι ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ γιὰ δεύτερη ἀνάκριση. Ὁ Ἅγιος ὅμως καὶ αὐτὴ τὴ φορὰ ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ἔτσι καταδικάσθηκε, τὸ ἔτος 1772, στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο καὶ δέχθηκε μὲ χαρὰ τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρα Μιχαὴλ ρίχθηκε στὴ θάλασσα, ἀλλὰ κάποιοι Χριστιανοὶ βαφεῖς τὸ περισυνέλεξαν καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ τιμὲς στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς.
Όσιος Αμφιλόχιος Μακρής της Ιεράς Νήσου Πάτμου
Στην αγιοκατάταξη του γέροντα Αμφιλοχίου Μακρή της Πάτμου, προχώρησε στις 29 Αυγούστου 2018 μ.Χ. η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ο Όσιος Αμφιλόχιος Μακρής (κατά κόσμον Αθανάσιος Μακρής) γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου του 1889 μ.Χ. στην Πάτμο.
Η μοναχική του κουρά έγινε στις 27 Αυγούστου του 1906 μ.Χ. στην Ιερά Μονή του Θεολόγου όπου έλαβε το όνομα Αμφιλόχιος.
Στις 23 Μαρτίου του 1913 μ.Χ. σε ηλικία 24 ετών κείρεται στο Κάθισμα του Απολλώ Μεγαλόσχημος Μοναχός από τον ασκητή και πνευματικό Μακάριο Αντωνιάδη τον Σάμιο.
Χειροτονήθηκε διάκονος από τον Μητροπολίτη Κώου κυρό Αγαθάγγελο στις 27 Ιανουαρίου του 1919 μ.Χ. στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου στην Κω, και Πρεσβύτερος την Κυριακή του Θωμά στις 5 Απριλίου του ίδιου έτους από τον Μητροπολίτη Σάμου και Ικαρίας Κωνσταντίνο Βαντζαλίδη στον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Βαθύ.
Εφημέριος της Ιεράς Μονής Πάτμου διακόνησε από το 1920 - 1926 μ.Χ. και διορίσθηκε Προϊστάμενος του Ιερού Σπηλαίου της Αποκαλύψεως κατά τα έτη 1926 - 1932 μ.Χ.
Στις 14 Νοεμβρίου του 1935 μ.Χ. εκλέγεται Ηγούμενος στην Ιερά Μονή της Πάτμου και το 1937 μ.Χ. ιδρύει την Ιερά Μονή του Ευαγγελισμού, ενώ κατά τα έτη 1939 - 1940 μ.Χ. διακόνησε εφημέριος στο Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας της Διασωζούσης.
Ο Γέροντας Αμφιλόχιος Μακρής εκοιμήθη την Πέμπτη 16 Απριλίου του 1970 μ.Χ. και ετάφη στις 17 Απριλίου στο Κοιμητήριο της Ιεράς Μονής του Ευαγγελισμού.
Ο Όσιος Αμφιλόχιος Μακρής, ήταν φίλος και πνευματικό παιδί του Αγίου Νεκταρίου (βλέπε 9 Νοεμβρίου). Υπήρξε πνευματικός πατέρας πολλών μεγάλων μορφών της Εκκλησίας, Ελλήνων και ξένων. Υπήρξε εμπνευστής του ιεραποστολικού έργου στην Αφρική και αλλού, αφού μορφές, όπως ο αείμνηστος π. Χρυσόσοστομος Παπασαραντόπουλος και ο ιεράρχης του Οικουμενικού Θρόνου, Μητροπολίτης Γάνου και Χώρας κ. Αμφιλόχιος (Τσούκος), υπήρξαν πνευματικά του παιδιά.
Ο παγκοσμίως γνωστός ιεράρχης του Οικουμενικού Θρόνου, Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος Γουέαρ, ομολογεί ότι προσήλθε στην Ορθοδοξία εξαιτίας της γνωριμίας του με τον Γέροντα Αμφιλόχιο. Μάλιστα, στο βιβλίο του «Αρχή Ημέρας. Η ορθόδοξη προσέγγιση της Δημιουργίας» (Γουέαρ Κ., 2007, «Αρχή Ημέρας. Η ορθόδοξη προσέγγιση της Δημιουργίας», Ιερόν Προσκύνημα Αγίου Γεωργίου του Εν Ιωαννίνοις, Ιωάννινα), αναφέρεται σε ένα περιστατικό που αποδεικνύει ότι η οικολογική κρίση «δεν μπορεί να λυθεί χωρίς αγάπη»: «Θυμάμαι τώρα, πώς στη δεκαετία του 1960, όταν ήμουν διάκονος στη Μονή Αγίου Ιωάννου Θεολόγου στην Πάτμο, ο γέροντάς μας, ο πατήρ Αμφιλόχιος, συνήθιζε να μας λέει: Γνωρίζετε πως ο Θεός μας έδωσε μία ακόμη εντολή, που δεν αναφέρεται στην Αγία Γραφή; Είναι η εντολή να αγαπάτε τα δέντρα».
Ο Αρχιμ. Παύλος Νικηταράς γράφει στο βιβλίο του «Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΜΦΙΛΟΧΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ» σχετικά με την κοίμηση του Αγίου:
«Σ' όλη του τη ζωή εβασανίζετο από αρρώστιες, ήταν ευαίσθητος στα κρυολογήματα και κάθε χρόνο τον επισκέπτετο η γρίππη... Τέλη Μαρτίου 1970 προσεβλήθηκε από πνευμονία· ήταν Μ. Τεσσαρακοστή και με δυσκολία δέχθηκε να πάρη λίγο γάλα. Έδωσε σε όλους τις συμβουλές που ο καθένας είχε ανάγκη. Είχε το προορατικό χάρισμα. Στην προσπάθεια των πνευματικών του παιδιών να τον κρατήσουν με ορούς λίγες μέρες στην ζωή, παρακαλούσε κι έλεγε: αφήστε με καλά μου παιδιά να φύγω, ήρθε η ώρα μου. Γιατί, Γέροντα, τούλεγα, δεν μένεις μαζί μας τούτο το Πάσχα; Δίσταζε να μου απάντηση, και δεύτερη και τρίτη φορά τον παρεκάλεσα να μου πη πώς ξέρει ότι θα φύγη σύντομα κι εκείνος με δυσκολία μου απεκάλυψε: ευλογημένε Παύλε, είδα την Παναγία και τον Θεολόγο προ ολίγου και τους παρεκάλεσα να μείνω κοντά στα παιδιά μου κι αυτό το Πάσχα, αλλά μου είπαν «Δεν γίνεται άλλο, ελήφθη η απόφασις, Πάσχα θα κάμης στους Ουρανούς μαζί μας» κι αυτό το λέγω σαν εξομολόγηση, επειδή με βιάζεις, μη το ειπείς σε άλλους.
Κι έφυγε από τον κόσμο της ματαιότητος, αφού έδωσε την ζωήν του για τους άλλους, αφού εργάσθηκε σαν καλός εργάτης στον αμπελώνα του Κυρίου, αφού αρίστευσε στις εξετάσεις του στο στάδιο των πνευματικών ασκήσεων, αφού υπηρέτησε και Εκκλησία και Πατρίδα σαν καλός χριστιανός και ακέραιος Έλληνας. Κοιμήθηκε στις 16 Απριλίου 1970 σε πλήρη διαύγεια των αισθήσεών του. Το λείψανό του πήρε μορφή ουράνια, όψι χαρούμενη κι ειρηνική, απέραντη γαλήνη βασίλευε στο ασκητικό του πρόσωπο, πράγματι αγιασμένου ανθρώπου έκφραση, που εκοιμήθη εν Κυρίω....
Αξίζει να προσθέσω ένα γεγονός που δείχνει πως εδέχετο μυστικές κλήσεις για την σωτηρία των άλλων και που θυμίζει τον μεγάλο Απόστολο των Εθνών που ήκουσε την φωνήν του Μακεδόνος «διαβάς βοήθησον ημίν». Ο αείμνηστος γέροντας ενώ ευρίσκετο στο κελλί του στην Μονή της Πάτμου, ακούει κάποια Ελένη από την Ικαρία να τον καλεί να σπεύση να την σώση. Δεν χάνει καιρό, κατεβαίνει στο λιμάνι του νησιού και ως εκ θαύματος ευρίσκει ιστιοφόρο που έφευγε για την Ικαρία. Θαλασσοδαρμένος φθάνει στον προορισμό του και αμέσως ερωτά αν υπάρχει κάποια Ελένη χήρα και πληροφορείται ότι προ ήμερων έχασε τον άνδρα της· αμέσως ρώτησε να μάθη τον δρόμον που ωδηγούσε στο σπίτι της χήρας γυναικός. Δεν εζήτησε να ανάπαυση το κουρασμένο σαρκίο του, αλλά σπεύδει χωρίς καθυστέρηση, η φωνή της Ελένης τον ενοχλεί. Εκεί που βάδιζε βλέπει μια έξαλλη γυναίκα να τρέχη απελπισμένη, την φωνάζει με το όνομα της και λέγει: «Ελένη που πηγαίνεις, για σένα ήλθα». Και η πονεμένη γυναίκα συνέρχεται, βλέπει τον πνευματικό, σκέπτεται αυτό που θα έκαμνε και εξομολογείται ότι την στιγμή εκείνη επήγαινε να πνιγή στην θάλασσα. Η γυναίκα εσώθη, το θαύμα έγινε, όπως η ίδια μου το εξιστόρισε...
Η αδελφή Ευφροσύνη με εβεβαίωσε ότι όταν πήγε να ασπασθή τον τάφο του Γέροντα, ησθάνθη τέτοια ευωδία, ώστε στην συνείδηση της στέκει σαν ένας πατερικός άγιος, ο οποίος πράγματι έχει αγιάσει.
Ένα άλλο πνευματικό του τέκνο, η Μ.Κ. μου διηγήθη ότι τον Νοέμβριο του 1954 επισκέφθηκε τον Γέροντα στην Πάτμο και την φιλοξένησε στο ι. Κοινόβιο του Ευαγγελισμού. Επί δύο ήμερες παρέμενε στον πύργο του Μοναστηριού· την τρίτη ημέρα ο αείμνηστος επέμενε να μη κοιμηθή πλέον στο μέρος αυτό, πράγμα που έγινε. Την νύκτα εκείνη έπεσε ακριβώς σε αυτό το κρεββάτι κεραυνός. Ημπορεί να θεωρηθή τυχαίο γεγονός η σωτηρία ενός ανθρώπου με την επιμονή του πνευματικού πατρός;»
Τελευταίες υποθήκες του αειμνήστου Πατρός Αμφιλοχίου
14 Απριλίου 1970, 10η μ.μ.
- Στην βασιλεία των ουρανών βασιλεύει η ειρήνη και η χαρά παιδί μου.
- Να έχετε αγάπη μεταξύ σας, να παρακαλήτε τον Θεόν να με συγχωρήση, διότι δεν σας έδωσα τίποτε ως πατέρας... (Γερόντισσα συγκεκινημένη). Το παν, Γέροντα, μας έδωσες.
- Τη Γερόντισσα ν' αγαπάτε. Ο Θεός να σας ενισχύη να οδηγήσητε καλώς το ποίμνιον που σας έδωκε να διευθύνετε. Θα αισθάνομαι πολλήν χαράν όταν σας βλέπω να προχωρήτε. Να παρακαλήτε να με βάλη και με ο Κύριος εις την θέσιν σας. Πάντα θα εύχωμαι να ζήσουμε αεννάως εις την δόξαν του Παραδείσου. Θέλω να συνέχισης πιστά το έργον μου όταν θα φύγω. Θα χαίρωμαι όταν θα βλέπω ότι προχωρείτε εις τις άγιες γραμμές του Μοναχι¬σμού....
15 Απριλίου 1970
- Πρέπει να είσθε παιδιά της αγάπης. Δεν θα φοβήσθε τον διάβολον.
- Να έχης υπομονήν, ταπείνωσιν και αγάπην.Θα έχετε αρχαίαν ανάμνησιν για την συνάντησιν με τον Γέροντά σας.
- Ο Θεός ευλόγησε να έλθουν όλα τα παιδιά μου.
- Δεν έχω άλλην χαράν και άλλον πόθον, να σας δω μέσα στον Παράδεισον. Ο Θεός να σας αξιώση της δόξης Του. Έχω μεγάλην συγκίνησιν που έχω πλάι μου όλα μου τα παιδιά. Άλλη χαρά δεν έχει ο πατέρας.
- (Πνευματικό παιδί: πολύ τον αγαπάς, Γέροντα, τον Θεολόγον). Από μικρό παιδί τον έβλεπα, τον αγαπούσα, προσευχόμην και παρακαλούσα να γίνω ένας μαθητής του και οπαδός του. Και έγινε.
- Να ζήσετε βίον ειρηνικόν και άγιον, να κρατήσετε τις γραμμές των πατέρων σας, να ζήσετε τον χριστιανικόν και ελληνικόν βίον...
- Ανδρίζεσθε και κραταιούσθε, για να μην έλθετε εις πειρασμόν. Μη δίδετε σημασίαν εις τον κόσμον. Ο κόσμος εξ αρχής και τους Αποστόλους και όλους τους Αγίους τους έπιασε για τρελλούς «...και εμέ εδίωξαν και υμάς διώξουσιν». Να έχωμεν την ομόνοιαν και την ειρήνην. Αυτά ευλογεί ο Θεός.
- Ο Θεός να σας ευλογήση, να είναι πάντα κοντά σας στις εργασίες σας, στις σκέψεις σας. Να μην αναμιγνύεσθε ούτε στα κομματικά, ούτε στα προσωπικά. Πάντοτε να λέγετε: Ο Θεός να σας φωτίζη να κάνετε ό,τι είναι καλύτερον για τον τόπον μας.
- Ημών το πολίτευμα εν «ουρανοίς υπάρχει». Εδώ ψευτοζούμε, λοιπόν να μη στενοχωρούμεθα ό,τι και να μας συμβή...
- Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Εμείς αυτό πρέπει να λέγωμε είτε καλά έχομε είτε κακά.
- Όπου εγωισμός εκεί Πνεύμα Θεού δεν υπάρχει.
- Δεν ημπορεί να λέγεται Χριστιανός εκείνος όπου δεν έχει αγάπην. Προσποιείται τον Χριστιανόν...
16η Απριλίου, 12η μεσημβρινή (Εις τον ιατρόν της Πάτμου)
- Το Πνεύμα του Θεού να είναι πάντοτε μαζύ σας, όλες οι διαγνώσεις σας να είναι φωτισμένες. Να είσαι ευχάριστος και εις τους ανθρώπους και εις τον Θεόν. Εύχομαι εκ καρδίας να γίνης ένας Ιεραπόστολος ιατρός, διότι το πλησίασμα του Χριστιανού ιατρού εις τον άρρωστον παίζει σπουδαίον ρόλον. Εγώ σε αγαπώ διότι έχεις εντός σου εθνικό¬τητα και θρησκευτικότητα. Δεν σε θεωρώ ως ιατρόν, αλλ' ως ιδικόν μου πρόσωπον.
Εκοιμήθη μετ' ολίγον (2.15 μ.μ.) εν Κυρίω.
Οποία όντως πνευματική διαύγεια!
(Αναδημοσίευσις από το περιοδικόν «Άγιος Νεκτάριος» Θεσ/νίκης του 1982)
Ψυχοσωτήρια Διδάγματα Συγχρόνων Γερόντων
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"
Θεσσαλονίκη
Οἱ Ἅγιοι Φήλικας, Ἰανουάριος, Σεπτεμίνος καὶ Φουρτουνάτος οἱ Μάρτυρες
Τετρὰς ἀθλητῶν συγκεκομμένων ξίφει
Νῦν συγχορεύει μυριάσιν Ἀγγέλων.
Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Φήλικας, Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σπολέτο τῆς Ἰταλίας, Ἰανουάριος ὁ πρεσβύτερος καὶ οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Σεπτεμίνος καὶ Φουρτουνάτος ἄθλησαν κατὰ τοὺς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ Μαξιμιανοῦ (285 – 305 μ.Χ.).
Κατὰ τὸ ὄγδοο ἔτος τῆς βασιλείας αὐτῶν, τὸ ἔτος 294 μ.Χ., ἐκδόθηκε διάταγμα νὰ καοῦν ὅλα τὰ βιβλία τῶν Χριστιανῶν σὲ ὅλη τὴν ἐπικράτεια τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας.
Τότε λοιπὸν ἀπεστάλη στὴν πόλη τοῦ Τουβουκιᾶν τῆς Λυκαονίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὁ ἡγεμόνας Μαριανὸς ἢ Μαγνιανός, γιὰ νὰ καταστήσει γνωστὴ τὴν ἀπόφαση καὶ διαταγὴ τῶν βασιλέων. Ὁ εἰδωλολάτρης ἡγεμόνας ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Φήλικα καὶ τὸν πρεσβύτερο Ἰανουάριο νὰ τοῦ παραδώσουν τὰ ἱερὰ βιβλία τῶν Χριστιανῶν καὶ ἀνέγνωσε σὲ αὐτοὺς τὸ διάταγμα. Ὅμως ὁ Ἐπίσκοπος Φήλικας ἀποκρίθηκε σὲ αὐτήν: «Εἶναι γραμμένο, ἄρχοντα, στὴν Ἁγία Γραφή. Μὴ δίνεται τὰ ἅγια στὰ σκυλιά, οὔτε νὰ ρίχνεται μπροστὰ στοὺς χοίρους τὰ μαργαριτάρια». Καὶ ἀρνήθηκε νὰ παραδώσει τὰ ἱερὰ βιβλία.
Μετὰ τὴν ἀπάντηση αὐτὴ ὁ ἄρχοντας ἔκλεισε στὴ φυλακὴ τὸν Ἅγιο Φήλικα καὶ τὸν ἄφησε χωρὶς τροφὴ καὶ νερὸ ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες. Ἔπειτα τὸν ἔβγαλε ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ προσπάθησε νὰ τὸν πείσει νὰ ὑπακούσει στὸ βασιλικὸ πρόσταγμα. Ὁ Ἅγιος ὅμως δὲν πείσθηκε. Τότε ὁ ἄρχοντας ἀφοῦ ἔδεσε καὶ αὐτὸν καὶ ἄλλους τρεῖς Ἁγίους, δηλαδὴ τὸν πρεσβύτερο Ἰανουάριο, τὸν Φουρτουνάτο καὶ τὸν Σεπτεμίνο, τοὺς ἔστειλε στὸν ἀνθύπατο, ὁ ὁποῖος τοὺς φυλάκισε καὶ μετὰ ἀπὸ ἕνδεκα ἡμέρες τοὺς ἔστειλε στὸν ἔπαρχο τοῦ πραιτωρίου. Ἐκεῖνος τοὺς ἔριξε σὲ μία ζοφερὴ φυλακὴ καὶ στὴν συνέχεια ἁλυσοδεμένους τοὺς ἔβαλε σὲ πλοῖο μὲ προορισμὸ τὴν πόλη Ταυρομένιον.
Μετὰ ἀπὸ περιπετειῶδες καὶ βασανιστικὸ ταξίδι ἔφθασαν στὴν πόλη τῶν Αἰλούρων. Ὁ ἔπαρχος τοὺς ἔλυσε ἀπὸ τὰ δεσμὰ καὶ τοὺς προέτρεψε νὰ παραδώσουν τὰ βιβλία τους καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Οἱ Ἅγιοι μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία παρέμειναν ἀκλόνητοι στὴν πίστη τους. Γιὰ τὴν ἄρνησή τους αὐτὴ καταδικάσθηκαν στὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο καὶ ἔλαβαν τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Οἱ Ἅγιοι Λεωνίδης, Βασίλισσα, Γαλήνη ἢ Γαληνή, Θεοδώρα, Καλλίδα, Νίκη, Νουνεχία καὶ Χάρισσα οἱ Μάρτυρες
Eις τον Λεωνίδην.
Κόλποις θαλάσσης ἐκδοθεὶς Λεωνίδης
Φθάνει κολυμβῶν Ἀβραὰμ κόλπων ἄχρι.
Eις την Xάρισσαν.
Θάλασσαν ἡ Χάρισσα φρίττειν οὐκ ἔχω,
Ἥτις θάλασσαν προξενεῖ μοι χαρίτων.
Eις την Γαληνήν και Nίκην.
Βυθῷ Γαληνὴ καὶ Νίκη βεβλημέναι,
Νίκην ἐφεῦρον καὶ γαλήνην ἐκ σάλου.
Eις την Kαλλίδα.
Βυθὸς θαλάσσης λαμβάνει τὴν Καλλίδα,
Κάλλους ἐρῶσαν ψυχεραστοῦ Κυρίου.
Eις την Nουνεχίαν.
Εὑροῦσα κέρδος ἐκ βυθοῦ σωτηρίαν
Τὸ νουνεχές σου δεικνύεις, Νουνεχία.
Eις την Bασίλισσαν και Θεοδώραν.
Γαστὴρ θαλάσσης λαμβάνει κόρας δύο,
Λίχνην φυγούσας, δυσσεβείας γαστέρα.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἄθλησαν στὴν Κόρινθο κατὰ τὶς ἡμέρες τοῦ Πάσχα ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.).
Ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ἦταν «ἔξαρχος» πνευματικοῦ χοροῦ, δηλαδὴ ἡγούμενος κύκλου μαθητῶν τοῦ Κυρίου. Συνελήφθη στὴν Τροιζηνία τῆς Πελοποννήσου κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καὶ ὁδηγήθηκε στὴν Κόρινθο. Ἡ Νουνεχία καὶ ἡ Βασίλισσα, ἡ μητέρα τῆς Νουνεχίας, ἡ Γαληνή, ἡ Θεοδώρα, ἡ Καλλίδα, ἡ Νίκη καὶ ἡ Χάρισσα ὁδηγήθηκαν καὶ αὐτὲς στὴν Κόρινθο, στὸν ἡγεμόνα Βενοῦστο.
Ἐκεῖ ὁ ἡγεμόνας ἐπιχείρησε μὲ δελεάσματα στὴν ἀρχή, ἀλλὰ καὶ μὲ ἀπειλὲς στὴν συνέχεια, νὰ πείσει τὸν Ἅγιο Λεωνίδη καὶ τὶς ἑπτὰ γυναῖκες νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Οἱ Μάρτυρες ὅμως ἔμειναν ἀκλόνητοι. Ὁ Βενοῦστος, διαπιστώνοντας ὅτι ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ἔμενε σταθερὸς στὴν πίστη του στὸν Χριστό, διέταξε νὰ τὸν κρεμάσουν ψηλὰ καὶ νὰ τοῦ καταξεσκίσουν τὸ σῶμα μὲ αἰχμηρὰ ὄργανα.
Στὴ συνέχεια ἔδωσε ἐντολὴ νὰ βυθίσουν τὸ νεκρὸ σῶμα τοῦ Μάρτυρος στὴν παραλία τοῦ Κορινθιακοῦ μαζὶ μὲ τὶς Ἁγίες. Καὶ ἐνῷ οἱ Ἁγίες Μάρτυρες ὁδηγοῦνταν ἀπὸ τοὺς δημίους γιὰ νὰ ριχθοῦν στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας, λέγεται ὅτι ἡ Ἁγία Χάρισσα ἔψαλλε, ὅπως ἄλλοτε ἡ Προφήτιδα Μαριὰμ μὲ ἀφορμὴ τὸν καταποντισμὸ τῶν Αἰγυπτίων, λέγοντας: «Ἕνα μίλι ἔτρεξα, Κύριε, καὶ στράτευμα μὲ καταδίωξε, καὶ δὲν Σὲ ἀρνήθηκα, Κύριε, σῶσε μου τὸ πνεῦμα». Ἀλλὰ καὶ ὅταν τὶς ἐπιβίβασαν στὸ πλοῖο, συνέχισαν νὰ ψάλλουν τὴν ὠδή, μέχρι ποὺ ἀνοίχθηκαν μέσα στὴ θάλασσα. Ἐκεῖ τοὺς ἔδεσαν ὅλους μὲ πέτρες καὶ τοὺς ἔριξαν στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας. Οἱ Ἅγιοι εἰσῆλθαν στὴ ζωὴ τοῦ Παραδείσου τὴν ἡμέρα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου.
Τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν ἀνευρέθηκαν τὸ ἔτος 1917, ὅταν σὲ εὐσεβεῖς Ἐπιδαύριους ὑποδείχθηκε σὲ ὅραμα ποὺ νὰ σκάψουν, γιὰ νὰ βροῦν τὸν ἱερὸ θησαυρό. Στὸ σημεῖο ἐκεῖνο ἀνευρέθηκε σαρκοφάγος, ἐντὸς τῆς ὁποίας βρισκόταν τὰ ἑπτὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων γυναικῶν καὶ ἄλλη σαρκοφάγος ἐντὸς τῆς ὁποίας ὑπῆρχε τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Λεωνίδου. Ἀμέσως οἱ εὐσεβεῖς κάτοικοι ἀνήγειραν ἐπὶ τόπου ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο, ἐντὸς τοῦ ὁποίου ἔθεσαν τὴ σαρκοφάγο μὲ τὰ ἱερὰ λείψανα.
Ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἡ Παρθενομάρτυς
Εἰρηνικῶς ζήσασα, Μάρτυς Εἰρήνη,
Οὐκ εἰρηνικῶς, ἀλλ' ἐκ τοῦ ξίφους θνῄσκεις
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Εἰρήνη, μαρτύρησε στὴν Κόρινθο ἐπὶ αὐτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) κατὰ τὶς ἡμέρες τοῦ Πάσχα. Βρισκόταν στὴν Ἑλλάδα κατὰ τὸν καιρὸ τοῦ Πάσχα, ὅταν μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Λεωνίδης μαζὶ μὲ τὶς Ἁγίεςἑπτὰ γυναῖκες, καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς σὲ κάποιο εὐκτήριο οἶκο. Τὴν συνέλαβαν, τὴν φυλάκισαν καὶ στὴν συνέχεια τὴν ὑπέβαλαν σὲ βασανιστήρια. Πρῶτα τῆς ἔκοψαν τὴ γλῶσσα, ἔπειτα τῆς ἔβγαλαν τὰ δόντια καί, τελικά, τὴν ἀποκεφάλισαν. Ἔτσι ἡ Ἁγία Εἰρήνη ἔλαβε ἀπὸ τὸν μισθαποδότη Κύριο τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Χριστόφορος ὁ Ὁσιομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυρας Χριστόφορος, κατὰ κόσμον Χριστόδουλος, καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη. Σὲ νεαρὴ ἡλικία παρασύρθηκε ἀπὸ κάποιον ἐξωμότη Ἀρμένιο καὶ ἀφοῦ δελεάστηκε ἀπὸ τὰ χρήματα, ἀσπάσθηκε τὸν Ἰσλαμισμό. Ἦλθε ὅμως σὲ μετάνοια καὶ προσέτρεξε σὲ κάποιο πνευματικό. Ἐξομολογήθηκε καὶ στὴ συνέχεια ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἀφοῦ ἀφίχθηκε σὲ ἡλικία δέκα ἐννέα ἐτῶν στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου. Ἐκεῖ ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔζησε γιὰ τέσσερα χρόνια μὲ ὑπακοή, μετάνοια, ἄσκηση καὶ προσευχή.
Μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ ἡγουμένου Στεφάνου τῆς μονῆς, ἀναχώρησε καὶ ἐπέστρεψε στὴν Ἀδριανούπολη, γιὰ νὰ μαρτυρήσει στὸν τόπο ποὺ ἀλλαξοπίστησε. Παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ καί, ἀφοῦ ὁμολόγησε μὲ πίστη καὶ παρρησία τὸν Χριστό, ἀποκήρυξε τὸ Μωαμεθανισμό. Καταδικάσθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὸν διὰ ξίφους θάνατο καὶ στὴν πορεία του πρὸς τὸ μαρτύριο ἔψαλλε μὲ πνευματικὴ χαρὰ τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη». Ἦταν ἡμέρα Τρίτη τῆς Διακαινησίμου τοῦ ἔτους 1818. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Χριστόφορος ἄθλησε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.
Οἱ Ἅγιοι Ἀγάθων, Εὐτυχία, Κασία καὶ Φιλίππα οἱ Ὁμολογητές
Οἱ Ἅγιοι Ὁμολογητὲς Ἀγάθων, Εὐτυχία, Κασία καὶ Φιλίππα ἔζησαν ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Συνελήφθησαν, τὸ 304 μ.Χ., στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ὁμολόγησαν τὸν Χριστὸ ἐνώπιον τοῦ διοικητοῦ Δουλκιτίου καὶ τοῦ ἐπάρχου Κασσάνδρου. Οἱ Ἅγιοι λόγω τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας τους δὲν καταδικάσθηκαν σὲ θάνατο ἀλλὰ σὲ ἐγκλεισμὸ στὸ δεσμωτήριο.
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα – Βάσσα ἡ πριγκίπισσα
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα, κατὰ κόσμο Βάσσα ἢ Βασίλισσα, ἦταν πριγκίπισσα τοῦ Νίζνϊυ – Νόβγκοροντ, ποὺ ἀνῆκε στὴν περιοχὴ τοῦ πριγκιπάτου τῆς Σουζδαλίας. Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ ἔγινε μοναχὴ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1347.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τοῦ Βερχοτούρε ἔζησε στὴ Ρωσία μεταξὺ τοῦ 17ου καὶ 18ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὴν περιοχὴ τοῦ Βερχοτούρε καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος ὁ Ὁμολογητής Πατριάρχης Γεωργίας
Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος γεννήθηκε στὴ Γεωργία καὶ ἀγωνίσθηκε, ὡς Καθολικὸς Πατριάρχης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἰβηρίας, γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Γι’ αὐτὸ καὶ δικαίως ὀνομάσθηκε Ὁμολογητής.
Κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1927.
Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Γεθσημανή εν Ρωσία
Η ιερά εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου της Οδηγήτριας, αποτελεί αντίγραφο της εκόνας της Παναγίας του Τσέρνιγκωφ, η οποία αγιογραφήθηκε το έτος 1685 μ.Χ. από τον Γρηγόριο Ντουμπένσυ, που αργότερα έγινε μοναχός με το όνομα Γεννάδιος. Έγινε ονομαστή το έτος 1869 μ.Χ., όταν βρισκόταν στη σκήτη Γεθσημανή της Λαύρας της Αγίας Τριάδος και του Αγίου Σεργίου στη Μόσχα.
Ένα από τα θαύματα της ιερής εικόνας είναι η θεραπεία ενός παραλυτικού από την περιοχή Τόλγκα, μετά από την ολόθερμη ικεσία του προς την Θεοτόκο.
Η εικόνα εορτάζει και την 1η Σεπτεμβρίου.
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ταμπὼφ ἐν Ρωσίᾳ
Ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου φυλάσσεται στὸν κοιμητηριακὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου τοῦ Ταμπώφ. Ἡ Παναγία ἐμφανίσθηκε τὸ ἔτος 1692 καὶ θεράπευσε ἕναν ἀσθενὴ ποὺ ἐπικαλέσθηκε τὴν χάρη της.
Πηγὲς:http://www.saint.gr/04/16/index.aspx
http://www.synaxarion.gr/gr/m/4/d/16/sxsaintlist.aspx